Κατηγορία: Uncategorized

  • ΔΟΥΚΙΣΣΑ

    Ηταν η μία αληθινή Δούκισσα του τραγουδιού. Μια κυρία με «Κ» κεφαλαίο! Η φτωχή αλλά περήφανη κοπέλα του Πειραιά, με το πηγαίο ταλέντο στον χορό και το τραγούδι, έκανε λαμπρή καριέρα -με αξιοπρέπεια και χωρίς σκάνδαλα- και βοήθησε πολλούς συναδέλφους της στα πρώτα τους βήματα, όπως τη Βίκυ Μοσχολιού και τον Τόλη Βοσκόπουλο.

    Γεννημένη το ’1941 σε φτωχογειτονιά του Πειραιά, η Δούκισσα Φωταρά γνώρισε από μικρή την απονιά του πατέρα! Ο άνθρωπος που την έφερε στον κόσμο τής έδειξε από παιδί την πλήρη αδιαφορία του. Η ίδια είχε εξομολογηθεί: «Τελειώνοντας το δημοτικό χρειάστηκα ένα χαρτί για να το πάω στο σχολείο κι εκείνος δεν μου το έδωσε…»
    Ως παιδί δεν της άρεσε να παίζει με συνομηλίκους, είχε βρει το δικό της παιχνίδι μπροστά στον καθρέφτη: έπαιρνε πόζες, χόρευε, τραγουδούσε και παρίστανε τη μεγάλη καλλιτέχνιδα!
    Βραβεύτηκε το ’1952, μόλις δώδεκα χρόνων, σε διαγωνισμό νέων ταλέντων στο αναψυκτήριο «Κοσμικόν», στο Πασαλιμάνι. Το έπαθλο ήταν… πέντε πάστες και ένα σερβίτσιο του λικέρ. Οπως μου είχε πει σε παλιά συνέντευξή μας για την τηλεόραση, γλυκάθηκε με τα δώρα που της έδωσαν αλλά και με την ανταπόκριση του κόσμου σε εκείνη την πρώτη της δημόσια εμφάνιση και αποφάσισε -με τη συγκατάθεση της μητέρας της- να βγει στο παλκοσένικο. Συμφώνησε τότε με τους υπευθύνους του αναψυκτηρίου να δουλέψει μαζί τους, με αμοιβή 200 δραχμές την εβδομάδα…
    Η 12χρονη Δούκισσα φορώντας γυαλιστερό σαλβάρι χόρευε και έλεγε και κανένα τραγουδάκι σημειώνοντας μεγάλο σουξέ. Η γιαγιά της -από τις πιο φανατικές θαυμάστριές της- ερχόταν τα βράδια να την πάρει από το κέντρο. «Και η μαμά της κι εγώ τη βοηθούσαμε όσο μπορούσαμε να πετύχει σε αυτό που λαχταρούσε. Ημασταν φτωχοί, εγώ τότε δούλευα μαγείρισσα σε ένα σπίτι. Από τον μισθό μου της έκανα τα φορέματά της και άλλα έξοδά της» είχε πει η γιαγιά της στο «Ντομινό».Στα πρωτα της βηματα στο λαικο τραγουδι ητανε διπλα της ο πατριος της κορυφαιος μπουζουξης της εποχης εκεινης ο Γιαννης Λαουταρης..
    Το ’57, ενώ έχει κάνει τη… μαθητεία της στο λαϊκό τραγούδι σε μικρά, θρυλικά όμως κέντρα, ηχογραφεί στην Columbia το πρώτο της τραγούδι («Με την κοπέλα που αγαπώ») και τη συνοδεύει το Τρίο Γκρέκο. Ο δίσκος πούλησε πολύ, γιατί στην πίσω πλευρά του ήταν το τραγούδι του Στέλιου Καζαντζίδη «Οι δεσμοφύλακες». Τραγουδάει με ονόματα όπως ο Γιώργος Ζαμπέτας, ο Γρηγόρης Μπιθικώτσης, ο Βασίλης Τσιτσάνης, ο Τζουανάκος, ακόμα και ο Στέλιος Καζαντζίδης με τη Μαρινέλλα, κάνοντας μεγάλο σουξέ.
    Στην «Τριάνα του Χειλά» τη σεζόν ’62-’63 τραγουδούσε μαζί της και η Εφη Λίντα, εξαδέλφη της Βίκυς Μοσχολιού. «Η Λίντα μού ζήτησε να τη φέρει στο κέντρο, όπως και έγινε, με αποτέλεσμα η Βίκυ Μοσχολιού να κάνει το πρώτο της βήμα στο τραγούδι» είχε αφηγηθεί η Δούκισσα στον Ιάσονα Τριανταφυλλίδη για το βιβλίο του «Αρχισαν τα όργανα». Από τότε η Δούκισσα και η Μοσχολιού έγιναν επιστήθιες φίλες μέχρι το τέλος της ζωής τους.
    Η Δούκισσα τραγουδάει και κινείται ρυθμικά κατεβαίνοντας με το μικρόφωνο (τότε ήταν με καλώδιο) στα τραπέζια και βγάζοντας φωτογραφίες με τους θαμώνες. «Αν έπαιρνα ποσοστά από τους φωτογράφους των μαγαζιών, θα είχα βγάλει πολλά λεφτά» συνήθιζε να λέει γελώντας. Αργότερα στα «Δειλινά» εκείνη λάνσαρε το ασύρματο μικρόφωνο.!!
    Η εκφραστικότητά της δεν μένει ανεκμετάλλευτη ούτε από σκηνοθέτες, οι οποίοι της προτείνουν να εμφανιστεί σε ταινίες τους τραγουδώντας αλλά και παίζοντας. Το ταλέντο της, σε συνδυασμό με την αριστοκρατική της εμφάνιση (τα ρούχα της ήταν σινιέ, sur mesure και την έκαναν να μοιάζει με αληθινή δούκισσα), στην πορεία βρίσκει τη θέση του και στα κοσμικά σαλόνια της Πλάκας, όπου τραγούδησε, μεταξύ άλλων, με τις Καίτη Μπελίντα και Κλειώ Δενάρδου, με μαέστρους τους Γιώργο Μουζάκη και Γιώργο Κατσαρό.
    Η μπριόζα φωνή της δεν αφήνει ασυγκίνητους μεγάλους συνθέτες που ηχογραφούν μαζί της πολλά τραγούδια. Τη σκυτάλη παίρνει από τονΣτελιο Χρυσίνη ο Μανωλης Χιώτης, που της δίνει τα κομμάτια «Σβήσε τη φλόγα», «Απότομα» και «Φέρτε να πιω». Ακολουθούν οι Θεοδωρος Δερβενιώτης, Γιωργος Μητσάκης, Βασιλης Καραπατάκης, Μπαμπης Μπακάλης, Γιωργος Ζαμπέτας κ.ά. Ανάμεσά τους, ο Γιάννης Καραμπεσίνης, με τον οποίο για ένα διάστημα εμφανίζονται μαζί γνωρίζοντας μεγάλη επιτυχία. Το ’65 συνεργάζεται με τον Γιάννη Μαρκόπουλο και ηχογραφεί τραγούδια του που ακούστηκαν στην ταινία «No Mr Johnson», με γνωστότερη την επιτυχία «Τα παλικάρια».
    Οταν ο Τόλης μπαίνει στη ζωή της…..
    Στα τέλη των 60s μπαίνει δυναμικά στη ζωή της ο Τόλης Βοσκόπουλος ως συνθέτης τραγουδιών της, παρτενέρ της σε δίσκους και ταινίες, καθώς και ερωτικός της σύντροφος. Τα ντουέτο της μαζί του («Αρραβωνιάρα» και «Ελ Πάσο») αλλά και τα τραγούδια που γράφει εκείνος για τη φωνή της (με σήμα κατατεθέν το κλασικό «Οι αναμνήσεις») έχουν γράψει ιστορία. Η συνεργασία και η σχέση τους είχαν άδοξο τέλος, με αποτέλεσμα η Δούκισσα να πάει στην Αμερική, όπου για μισό χρόνο εμφανιζόταν σε κέντρο της Νέας Υόρκης. Οπως μας λέει ο επιχειρηματίας της «Νεράιδας» Στηβ Κακέτσης -με τη Δούκισσα γνωριζόταν σαράντα χρόνια και συνεργάστηκαν στο κέντρο του-, «έφυγε από την Ελλάδα για να ξεχάσει το άσχημο τέλος του δεσμού της με τον Βοσκόπουλο, τον οποίο βοήθησε πολύ στο να αναδειχτεί στην καριέρα του».
    Επιστρέφοντας από την Αμερική ξεκινάει εμφανίσεις στη «Νεράιδα», υπό τη σκέπη της θρυλικής Παμέλας, και το άστρο της μεσουρανεί. Ο Τάκης Μουσαφίρης που της γράφει μεγάλα σουξέ της εποχής («Το μωρό» και «Ατάκα κι επιτόπου») και ο Γιώργος Κινούσης που υπογράφει το αγαπημένο της τραγούδι «Ανθρωποι είμαστε και σφάλματα κάνουμε» της δίνουν το «ελευθέρας» να… αλωνίζει τις μεγαλύτερες πίστες της παραλίας για είκοσι και πλέον χρόνια ως ένα από τα πρώτα ονόματα της νυχτερινής Αθήνας.
    Η Δούκισσα έχει μία αδελφή, την Αντζελα Λαουτάρη (από τον γάμο της μητέρας της με τον μπουζουξή Γιάννη Λαουτάρη) που επίσης ασχολήθηκε με το τραγούδι. Παντρεύτηκε δύο φορές και έχει δύο γιους, τον Κυριάκο Παπαδάκο που παντρεύτηκε πρόσφατα και τον Δημήτρη Ρίζο. Ανάμεσα στα «μικρά μυστικά» της, όπως τα διαβάζουμε σε παλιά εξομολόγησή της στο περιοδικό «Ντομινό», ήταν και τα εξής: Τις ελεύθερες ώρες της κεντούσε καλλιτεχνικούς πίνακες, είχε πάθος με τα σταυρόλεξα, δεν φορούσε μεγάλα κοσμήματα, της άρεσε να διαβάζει βιβλία με ιατρικά θέματα, απεχθανόταν τη διπροσωπία, δεν ήταν προληπτική, φοβόταν τον θάνατο και πίστευε στο ρητό που λέει «να ξέρεις στη ζωή να φεύγεις πρώτος».
    «Ανθρωποι είμαστε και σφάλματα κάνουμε όλοι σε τούτη τη ζωή»… Το αγαπημένο κομμάτι της Δούκισσας τραγούδησαν με μάτια δακρυσμένα όσοι ανηφόρισαν στην τελευταία της κατοικία στο Α’ Νεκροταφείο, το Σάββατο το μεσημέρι. Εκλαψε το μπουζούκι του Δημήτρη Χιονά.! Τους λυγμούς του σιγοντάριζε η κιθάρα του τραγουδιστή Δημήτρη Σόμπολου και ο Γιώργος Κοινούσης ..εφυγε της 30 Σεπτεμβριου του 2010…

  • ΜΑΝΟΣ ΠΑΠΑΔΑΚΗΣ

    Ο Μάνος Παπαδάκης γεννήθηκε στο Ηράκλειο Κρήτης, τόν Μαΐο του 1941. Τα πρώτα μουσικά ερεθίσματα τα παίρνει από τον πατέρα του, Κωνσταντίνο, ο οποίος είχε σπουδάσει Βυζαντινή μουσική και αγιογραφία. Ο μικρός Μάνος Παπαδάκης συνοδεύει τον πατέρα του που ψέλνει στην εκκλησία και εκεί μεταλαβαίνει τα σημαντικότερα «διδάγματα». Το 1958 έρχεται στην Αθήνα και εμφανίζεται στο κέντρο «Ρομάντικα» που είχε ο Χρήστος Κολοκοτρώνης με τον Άκη Πάνου. Εκεί ως μαθητευόμενος τραγουδιστής εμφανίζεται πλάι στους Γιώργο Ζαμπέτα, Πέτρο Αναγνωστάκη και Γρηγόρη Μπιθικώτση.

    Την ίδια εποχη συναντά και τους νέους τότε τραγουδιστές, Στράτο Διονυσίου και Μπάμπη Τσετίνη, οι οποίοι μόλις έχουν κατέβει από τη Θεσσαλονίκη. Το 1960 ηχογραφεί το πρώτο του τραγούδι στην COLUMBIA με τίτλο Για χαμπίμπι τάνι ταλίλι (Το κορίτσι μου χορεύει) σε μουσική του Βασίλη Καραπατάκη και στίχους του Χρήστου Κολοκοτρώνη σε δίσκο Columbia 78 στροφών, όπου τραγουδά μαζί με τους Μπάμπη Τσετίνη και Παναγιώτη Λειβαδάρο. Σταθμός στην καριέρα του είναι η γνωριμία του με τον σπουδαίο συνθέτη και δεξιοτέχνη ακορντεονίστα – αρμονίστα Βασίλη Βασιλειάδη. Η πρώτη μεγάλη επιτυχία έρχεται το 1967 με το τραγούδι Μαύρος Καπνός σε μουσική και στίχους του Βασίλη Βασιλειάδη. Ο δίσκος 45 στροφών κυκλοφορεί από την ODEON και δεύτερες φωνές κάνουν ο Μπάμπης Τσετίνης και η Λίτσα Διαμάντη . Προσπαθούσε να κάνει καριέρα ανάμεσα στα ”θηρία” της εποχής :Στελιο Καζαντζίδη, Πανο Γαβαλά, Σπυρο Ζαγοραίο Βαγγελη Περιπινιαδη και μια πλοιαδα απο φωνες που εχουνε μεινει στο πανθεων της μουσικης μας ιστοριας.Οταν τραγουδούσε τότε στο ”Φαληρικόν” μαζί με τον Βασίλη Τσιτσάνη και τη Χαρούλα Λαμπράκη και ένα βράδυ πήγε να τους ακούσει ο στιχουργός Πυθαγόρας.
    Ο γνωστός στιχουργός είχε συνεργαστεί και στο παρελθόν με τον Μάνο Παπαδάκη χωρίς να κάνουν όμως ”επιτυχία”. Εκείνη τη φορά γύρισε και του είπε: Σού’χα δώσει τέσσερα – πέντε κομμάτια που δεν ”πήγαν”. Θα σου δώσω άλλο ένα, τελευταίο, κι άμα δεν ”πάει” κι αυτό, δεν σου ξαναγράφω! Πάρ’ τον Βασιλη Βασιλειάδη κι ελάτε απ’ το σπίτι…
    Ο ερμηνευτής Μάνος Παπαδάκης την εποχή του ”Θα τα κάψω τα λεφτά μου” Επρόκειτο για το θρυλικό πλέον ”Θα τα κάψω τα λεφτά μου”. Πραγματικά, παίρνει αγκαζέ ο Παπαδάκης τον αρμονίστα – ακορντεονίστα και συνθέτη Βασίλη Βασιλειάδη, με τον οποίο επίσης είχαν συνεργαστεί, και πάνε από το σπίτι του Πυθαγόρα στην Κοκκινιά. Επί τόπου ο Βασιλειάδης παίρνει τους στίχους και σκαρώνει την πιασάρικη μελωδία.
    Ο Μάνος Παπαδάκης ερμηνεύει ”Θα τα κάψω τα λεφτά μου” στην ομότιτλη ταινία του Άγγελου Θεοδωρόπουλου από το 1968. Τόσο μεγάλη επιτυχία σημείωσε το τραγούδι που την αμέσως επόμενη χρονιά έδωσε τον τίτλο και σε ταινία!
    Το τραγούδι γράφτηκε τις πρώτες μέρες του Δεκέμβρη του ΄67 σε στούντιο της Κολούμπια και φαρφίσα έπαιζε ο ίδιος ο Βασιλειάδης ο συνθέτης. Δεύτερη φωνή έκανε η Πόπη Πόλυ, η οποία εκείνη την περίοδο μοιραζόταν και το πάλκο με τους Παπαδάκη – Βασιλειάδη. ( Η Ποπη Πολη ητανε του ελαφρου τραγουδιου που εκεινη τηνε εποχη ολοι του ελαφρου τραγουδιου περασανε στο λαικο τραγουδι..Να πουμε οτι σε πολλα τραγουδια του του εκανε σεγοντο και η Λιτσα Διαμαντη που τοτε ξεκινα κι αυτην την καριερα της αλλα ξεκινησε σαν σεγοντα τραγουδιστρια στην Μινος και ειχε παρει την σκιταλη απο την μεγαλη Ρουλα Καλακη..)
    Κυκλοφορεί λίγο πριν τα Χριστούγεννα και σημειώνει απίστευτη επιτυχία. Χαρακτηριστικό είναι ότι μέσα σε 20 μέρες πούλησε 180.000 αντίτυπα!
    Η επιτυχία βρίσκει τον Παπαδάκη να τραγουδάει το 1968 στου ”Περιβόλα” με τον Βασιλη Βασιλειάδη, την Πόπη Πόλυ και το δυνατό δίδυμο Μπάμπης Τσετίνης – Λίτσα Διαμάντη. Πιο χαρακτηριστική ήταν όμως η ατάκα του Πυθαγόρα όταν πέρασε από το μαγαζί και είπε του νεαρού τραγουδιστή: Είπαμε να κάνεις επιτυχία, αλλά όχι και να γίνει τέτοιος χαλασμός..Ο Μανος Παπαδακης συνεργαστικε με τους περισοτερους συνθετες εκεινης της περιοδου..Τραγουδισε ενα μεγαλο τραγουδι, Τα πλοια πεθαινουν στα λιμανια ,του Γιωργου Μητσακη το 1968 αλλα δυστυχως η Μινος δεν το εδωσε τοση σημασεια και το τραγουδι αυτο πηγε στον πατο οπου το 1976 ο Πολυς Κερμανιδης στην μικρη μεγαλη Πανιβαρ το εδωσε ζωη και το εκανε μεγαλη επιτυχια .Ο κοσμος ομως δεν γνωρισε οτι το ειχε πρωτο τραγουδιση ο Μανος Παπαδακης εκτος απο εμας τους συλλεκτες..Εκεινη την περιοδο 1966 -1869 εκανε τα μεγαλυτερα του σουξε λατρεμενα τραγουδια..Ο Μάνος Παπαδάκης στην πολύχρονη καριέρα του έχει ηχογραφήσει δημιουργίες των Βασίλη Καραπατάκη, Χρήστου Κολοκοτρώνη, Χαράλαμπου Βασιλειάδη, Βασίλη Βασιλειάδη, Πυθαγόρα, Θεόδωρου Δερβενιώτη, Κώστα Βίρβου, Γιώργου Μητσάκη, Απόστολου Καλδάρα, Γιώργου Μουφλουζέλη, Χρήστου Νικολόπουλου, Θανάση Πολυκανδριώτη κ.ά. ενώ συμμετείχε στην τελευταία δισκογραφική δουλειά του Άκη Πάνου το 1997 με γενικό τίτλο Casino, ερμηνεύοντας το τραγούδι Ο Σεισμός. Στο πάλκο συνεργάστηκε με ιστορικές μορφές του λαϊκού μας τραγουδιού, σαν τους Βασίλη Τσιτσάνη, Γιώργο Ζαμπέτα, Πέτρο Αναγνωστάκη, Σωτηρία Μπέλλου, Βασίλη Βασιλειάδη, Μπάμπη Τσετίνη, Λίτσα Διαμάντη, Καίτη Γκρέυ, Πόλυ Πάνου, Βαγγέλη Περπινιάδη, Στράτο Παγιουμτζή, Ρίτα Σακελλαρίου, Τάκη Μπίνη, Χαρούλα Λαμπράκη, Μανώλη Αγγελόπουλο κ.α.. Η διαδρομή του σεμνή και ταπεινή, άφησε όμορφα τραγούδια που χαρακτηρίζουν μια ολόκληρη εποχή.Στην φωτογραφια μας ο Μανος μαζι με την Ποπη Πολη και τον Βασιλη Βασιλειαδη ..

  • ΜΑΙΡΗ ΜΑΡΑΝΤΗ

    Μια ακόμα μεγάλη φωνή που έφυγε από κοντά μας

    Πέθανε σε ηλικία 73 ετών η σημαντική λαϊκή τραγουδίστρια Μαίρη Μαράντη

    maranth-arthrou_2

    Ήταν η ερμηνεύτρια του «Θα πάρω φόρα» στη ταινία «Όλα Είναι Δρόμος»

    Η Μαίρη Μαράντη, μια από τις σημαντικότερες λαϊκές τραγουδίστριες πέθανε, μετά από σύντομη μάχη με τον καρκίνο σε ηλικία 73 ετών.

    Η κηδεία της θα γίνει τη Δευτέρα, 30 Οκτωβρίου, στις 3 το μεσημέρι στον Ιερό Ναό Παμμεγίστων Ταξιαρχών στην γενέτεριά της το Αίγιο.

    Η Μαίρη Μαράντη, ήταν η ερμηνεύτρια του «θα πάρω φόρα» στην θρυλική ταινία «Όλα Είναι Δρόμος». Για τη συγκεκριμένη ταινία μάλιστα, είχε αποκαλύψει το παρασκήνιο όταν σε μια σκηνή πιάνει φωτιά η καπαρντίνα του Γιώργου Αρμένη: «Έγινε πολύ φυσιολογικά. Έβρεξε την καπαρντίνα του με ουίσκι κι έβαλε φωτιά. Πήγε να πάρει φωτιά και την πέταξε την καπραντίνα. Δεν φοβήθηκε ούτε ο ίδιος. Έγινε και δεν το είχαμε συνειδητοποιήσει καλά καλά. Εν συνεχεία που παίζονταν η ταινία είχε φάση. Τώρα πέρασε στη νεολαία κι είναι ευχάριστο».

    Loading video

    Σε τηλεοπτική της συνέντευξη στον Ιανουάριο στην ΕΡΤ, είχε αναφέρει πως «το τραγούδι το αγαπώ ακόμα και μέχρι να πεθάνω, βγάζεις τον εαυτό σου». Για την εποχή του ’70 και του ’80, το διάστημα που μεσουρανούσε το λαϊκό τραγούδι, η ίδια περιέγραφε πως οι θεατές πετούσαν πιάτα και τα πόδια των τραγουδιστών τραυματίζονταν.

    Loading video
    Loading video



    Το βιογραφικό της Μαίρης Μαράντη


    Η Μαίρη Μαράντη υπήρξε δημοφιλής τραγουδίστρια του ελαφρού και λαϊκού τραγουδιού την δεκαετία του ’70. Το τραγούδι της «Θα πάρω φόρα» ακούστηκε στην κινηματογραφική ταινία «Ολα είναι δρόμος» του Παντελή Βούλγαρη, «Έχω κάψες», «Δώσμου να πιώ», «Πάρε με αγκαλιά» είναι μερικά απο τα τραγούδια που έγίναν επιτυχίες με τη φωνή τη.

    Γεννήθηκε στο Αίγιο.

    Ξεκίνησε τη καριέρα της στο πάλκο το 1970 και γρήγορα κατέκτησε τον τίτλο της «Βασίλισσας της Πίστας». διέγραψε μια δισκογραφική πορεία τριάντα χρόνων. Δισκογραφικά είχε συνεργαστεί με τον Τάκη Σούκα, το Δώρο Γεωργιάδη, το Τάκη Μουσαφίρη, το Γιάννη Καραμπεσίνη και πολλούς άλλους.

    Η ΕΠΙΤΥΧΗΜΕΝΗ ΑΙΓΙΩΤΙΣΣΑ ΤΡΑΓΟΥΔΙΣΤΡΙΑ ΑΝΟΙΓΕΙ ΤΗΝ ΚΑΡΔΙΑ ΤΗΣ ΣΤΟ PROTIONLINE.GR

    Η Μαρία Τσεκούρα είναι από αυτές τις περιπτώσεις που λένε ¨γεννήθηκε γι’ αυτό που κάνει¨. Τις δεκαετίες του 1970 και του 1980 το όνομά Μαίρη Μαράντη, που είναι το καλλιτεχνικό της, συνδέθηκε με την κοσμική διασκέδαση και τα νυχτερινά μαγαζιά της τότε εποχής και δικαίως… αποκαλείται από μερικούς μέχρι και σήμερα «η βασίλισσα της πίστας».

    Υπηρέτησε το λαϊκό τραγούδι και άφησε τη δική της εποχή, το δικό της στίγμα. Μεγάλωσε στον τομέα της ψυχαγωγίας, γενιές ανθρώπων για περισσότερα από 30 χρόνια.

    Στα δεκαεπτά της χρόνια αφήνει την πόλη που γεννήθηκε το Αίγιο και αρχίζει να κυνηγά το όνειρό της, παρόλο που οι γονείς της είχαν διαφωνίες να ακολουθήσει αυτή την πορεία, στο πάλκο. Εγκαθίσταται στην πρωτεύουσα και σε λιγότερο από έξι μήνες έχει ήδη αρχίσει δειλά – δειλά να εμφανίζεται σε γνωστά καταστήματα, μπουάτ και ξενυχτάδικα της τότε εποχής. Το 1969 αποδεικνύεται χρονιά – ορόσημο, καθώς συνεργάζεται για πρώτη φορά με τον μουσικό και βιρτουόζο του μπουζουκιού Γιάννη Καραμπεσίνη, που μετέπειτα παντρεύεται, ολοκληρώνοντας έτσι την βάση της τραγουδιστικής της καριέρας μα και τον έρωτά τους, που ξεπηδά μέσα από την συνεργασία τους. Οι δισκογραφικές δουλειές ¨Πάρε με αγκαλιά¨, ¨Περιπλανώμενη ζωή¨, ¨Πορτραίτο¨, ¨Η αγάπη η δική μας¨, καθώς και ο πρώτος της δίσκος με τίτλο το όνομα της, γνωρίζουν επιτυχία τις δεκαετίες του ’70 και ’80 και έτσι, ανοίγεται η πόρτα για live συνεργασίες με τους πιο γνωστούς καλλιτέχνες της πίστας και της νυχτερινής διασκέδασης και στην Ελλάδα και στο εξωτερικό.

    Η τραγουδίστρια, «μένει» στο υποσυνείδητο του σύγχρονου Έλληνα, όταν το 1998 συμμετέχει με το τραγούδι ¨Θα πάρω φόρα¨ στην ταινία του Παντελή Βούλγαρη με τίτλο ¨Όλα είναι δρόμος¨. Εκεί, που ο Γιώργος Αρμένης θα υποδυθεί τον «καψούρη» με την τραγουδίστρια ρόλο του, ενώ υπό τους ήχους του εν λόγω τραγουδιού φωνάζει το θεϊκό ¨Ηλία ρίχτο…¨ αφού πρώτα έχει βάλει φωτιά στην καμπαρντίνα του. Δισκογραφικά έχει συνεργαστεί στο παρελθόν με τον Τάκη Σούκα, τον Δώρο Γεωργιάδη, τον Τάκη Μουσαφίρη και φυσικά τον Γιάννη Καραμπεσίνη, μα και πολλούς άλλους. Οι οικογένεια Τσεκούρα χάρισε στο λαϊκό τραγούδι τρεις συνολικά σπουδαίους τραγουδιστές, την Μαίρη Μαράντη, τον αείμνηστο Γιάννη Βορριά και την Γωγώ Πολέμη. Η κ. Μαράντη, φιλική και ευγενική, μιλάει στo protionline.gr. Αναπολεί και σχολιάζει, θυμάται και μοιράζεται αναμνήσεις, σε μια συνέντευξη που αξίζει το κόπο να διαβαστεί.

    Με λίγα λόγια πώς ξεκίνησε η καλλιτεχνική σας πορεία;

    «Ξεκίνησα το 1968. Ήμουν πολύ μικρή τότε. Μετείχα σε μουσικά σχήματα σε μαγαζιά της Αθήνας εκείνη την εποχή. Γρήγορα ¨μαθεύτηκα¨ από τον κύκλο των γνωστών τραγουδιστών και δημιουργών των λαϊκών τραγουδιών. Το 1969 γνωρίζομαι με τον Γιάννη Καραμπεσίνη και συνεργαζόμαστε σταθερά για πολλά χρόνια μαζί και σε δισκογραφικό επίπεδο μα και σε συναυλίες και σε νυχτερινά κέντρα διασκέδασης. Με τα χρόνια, μεταπηδούσα σε πιο μεγάλα μαγαζιά της Αθήνας και συνεργαζόμουν με όλο και πιο σημαντικότερους και πιο δημοφιλείς καλλιτέχνες. Με προτιμούσαν και λόγω της φωνής μου, μα και της προσωπικότητάς μου».

    Μπήκατε στον χώρο της δισκογραφίας πολύ νωρίς. Πώς προέκυψε αυτό;

    «Ο Γιάννης Καραμπεσίνης μου εμπιστεύτηκε ένα τραγούδι του, το ¨Έχω κάψες¨, το οποίο έγινε αμέσως τρομερή επιτυχία και είχε μεγάλη απήχηση. Κάπως έτσι, ξεκίνησαν όλα. Το συγκεκριμένο τραγούδι καθώς και πολλά ακόμα, συμπεριλήφθηκαν στον πρώτο μου προσωπικό δίσκο. Τα τραγούδια αυτά παίζονταν ήδη στα νυχτερινά κέντρα που δούλευα και ο κόσμος τα ήξερε. Τα είχε αγαπήσει. Έπειτα βέβαια, τα επόμενα χρόνια, τραγούδησα και άλλους συνθέτες και στιχουργούς στο στούντιο. Συνολικά έκανα 12 προσωπικούς δίσκους και μετείχα σε δεκάδες άλλους, ως συμμετοχή. Θα χαρακτήριζα την πορεία μου σταθερή».

    Προέρχεστε από ¨μουσική¨ οικογένεια. Βοήθησε αυτό;

    «Η μητέρα μου είχε πολύ καλή φωνή. Από εκεί ¨πήραμε¨ όλα τα παιδιά. Όλοι αγαπούσαμε το τραγούδι και ήμασταν καλλίφωνοι. Κάποια από τα αδέλφια μου έκαναν και αυτά την δική τους διαδρομή στον χώρο αυτό, του τραγουδιού. Η Γωγώ Πολέμη και ο Γιάννης Βορριάς υπήρξαν αξιόλογοι και πολύ καλοί τραγουδιστές. Εγώ ακολούθησα μια διαφορετική πορεία, πιο μεγάλη ίσως. Με τα χρόνια, χαρακτηρίστηκα πιο πολύ ως ¨διασκεδάστρια¨ από τον κόσμο και από τον καλλιτεχνικό χώρο. Με αυτή την εικόνα με γνώρισε και ο κόσμος. Με αυτήν την εικόνα πορεύτηκα στην καριέρα μου. Δεν το μετανιώνω. Έμαθα πολλά».

    Έχετε γνωρίσει χιλιάδες, κόσμου. Έχετε συναναστραφεί με πολλούς ανθρώπους μέσα από αυτήν την δουλειά. Τι σας έχει μείνει από τους ομογενείς;

    «Έχω ταξιδέψει αρκετά. Έχω πάει Αυστραλία, Καναδά, Αγγλία, Αμερική, Ευρώπη… Έχω συναναστραφεί με μεγάλο μέρος της ομογένειας. Όπου πήγαινα έκανα φίλους και γνωστούς. Η απήχηση που είχα ήταν πραγματικά αξιοπρόσεκτη. Στο εξωτερικό, ο Έλληνας γίνεται πιο Έλληνας από τους Έλληνες που ζουν εδώ. Ειδικά στην Αυστραλία και τον Καναδά, έχω ακόμα φίλους που καμιά φορά τα λέμε τηλεφωνικά. Υπάρχουν και πάρα πολλοί Αιγιώτες, να μην ξεχνάμε. Κάποτε θυμάμαι, μια ολόκληρη συνοικία ήταν όλοι Αιγιώτες. Με αγαπούσαν όπου πήγαινα. Είχα μεγάλη αποδοχή και πολλές φορές ένιωσα και εκδηλώσεις λατρείας. Είναι πολύ όμορφο αυτό που συνάντησα τότε στο εξωτερικό και δεν θα το ξεχάσω ποτέ».

    Τα τελευταία χρόνια είστε μόνιμα εδώ, σε αυτόν τον τόπο. Όμως δεν έχετε εμφανιστεί κάπου. Γιατί;

    «Ζω στον Πλάτανο μόνιμα τα τελευταία έξι χρόνια. Από τότε που έφυγα από το Ηράκλειο, εγκαταστάθηκα εδώ. Πηγαινοέρχομαι στην Αθήνα όποτε χρειάζεται μα η βάση μου είναι ο Πλάτανος, που είναι ήσυχα και ένα μέρος που αγαπώ. Η αλήθεια είναι πως δεν μου έχει προταθεί κάτι συγκεκριμένο από την δημοτική αρχή ή από κάποιον υπεύθυνο για κάποια εκδήλωση. Πριν 3 χρόνια θα εμφανιζόμουν στην αίθουσα ¨Όνειρο¨ στην Μυρτιά για μια μουσική βραδιά κάποιου συλλόγου μιας καλαθοσφαιρικής ομάδας, μα δεν πραγματοποιήθηκε τότε τελικά για διάφορους λόγους. Τα τελευταία 6 χρόνια δεν μου έχει προταθεί οτιδήποτε και από κανέναν, για κάποια εκδήλωση ή μια μουσική βραδιά. Εννοώ ούτε από ιδιώτη, ούτε από την δημοτική αρχή ή κάποιον εκπρόσωπό της. Μου λείπει αυτό. Θα χαιρόμουν μετά χαράς να συμμετέχω και να τραγουδήσω οπουδήποτε στην Αιγιάλεια. Είναι ο τόπος μου».

    Αν με κάποιον μαγικό τρόπο μπορούσατε να πάτε τον χρόνο πίσω και να βρεθείτε σε όποια ηλικία της πορείας σας επιθυμείτε, ποια θα ήταν αυτή;

    «Όλοι θα ήθελαν να είναι πάλι 20 ετών νομίζω! Ποια δεν θα το ήθελε; Η αλήθεια είναι πως κάθε ηλικία έχει την δική της χάρη και ομορφιά. Αυτό που πιστεύω είναι πως η καλύτερη και πιο δημιουργική εικοσαετία για μια γυναίκα είναι μεταξύ 30 με 50 ετών. 
    Εκεί… η γυναίκα ¨μεστώνει¨. Γίνεται πιο δυναμική και έμπειρη. Είναι στην καλύτερη φάση της ζωής της. Ναι, βέβαια και θα ήθελα να ήμουν πάλι 30 ετών! 
    Πριν από τα 30 η γυναίκα δεν έχει ωριμάσει και κάνει πολλά λάθη. Μετά τα 50 έτη μια γυναίκα δεν έχει πια την αίγλη. Αλλάζουν και οι προτεραιότητες της, τότε. Οπότε… βέβαια θα ήθελα να βρεθώ πάλι 30 ετών!». 

    Για την πανδημία του κορωνοϊού τι έχετε να πείτε; Πώς βιώνετε όλο αυτό;

    «Οι καιροί είναι πάρα πολύ πονηροί. Χρειάζεται μεγάλη προσοχή. Ο κορωνοϊός είναι ίσως το κερασάκι στην τούρτα. Τα προβλήματα είναι κυρίως οικονομικά και ηθικά. Ο κόσμος έχει αλλάξει. Ο κόσμος πρέπει να μάθει να ζει με τα υγειονομικά μέτρα. Τα χρόνια που ζούμε είναι πάρα πολύ πονηρά».

    Είστε σήμερα 68 ετών. Άλλοι καλλιτέχνες στην ίδια ηλικία με εσάς, έχουν αποσυρθεί ή άλλοι τραγουδάνε ακόμα. Εσείς πως θα χαρακτηρίζατε τον εαυτό σας φωνητικά αυτή την στιγμή; Διατηρείτε την αντοχή σας;

    «Δόξα το Θεό, η φωνή μου δεν έχει αλλάξει. Είναι ίδια. Έχω ακόμα αντοχές και την διατηρώ όσο μπορώ. Δεν έχει ¨σπάσει¨ που λέμε. Δεν νιώθω τον εαυτό μου πως είναι η στιγμή που δεν θα μπορέσω να συνεχίσω. Θα τραγουδούσα ήδη, όπως σας είπα, μα επειδή δεν έχω κάποιον μάνατζερ αυτή την στιγμή και ούτε κάποιος έχει εκδηλώσει το ενδιαφέρον του από την Αιγιάλεια, για αυτό και δεν εμφανίζομαι κάπου. Θα το ήθελα πολύ όμως. Πάντως οι αντοχές μου, καλά κρατούν ακόμα. Όταν έχεις ταλέντο, σε όποια ηλικία και αν είσαι, αυτό φαίνεται και δεν χάνεται. Δοξάζω τον Θεό που με έχει καλά και ακμαία. Και που μπορώ να τραγουδάω. Γιατί αυτό… ήταν που αγάπησα από το ξεκίνημά μου, μέχρι και σήμερα».

    Ένα μεγάλο ευχαριστώ από το protionline.gr στον φίλο Κώστα Κοτσώνη, ο οποίος μας έφερε σε επαφή με την γνωστή καλλιτέχνιδα, γι’ αυτή τη συνέντευξη.

    Κατηγορίες ΆρθρουΠΡΟΣΩΠΑ

    ΠΡΟΣΦΑΤΑ ΑΡΘΡΑ

    ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

    Προηγούμενο Άρθρο 

    Τα είπε με Άβυθο 2017 και εκπρόσωπο της ΕΠΣΑ η Χρ. Αλεξοπούλου

    Επόμενο Άρθρο 

    Tο «διαμάντι» της Αιγιάλειας κάνει βήματα εμπρός

    Τα σχόλια είναι κλειστά.

    ΔΗΜΟΦΙΛΗ ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ

    menuprotionline.gr 

    https://accounts.google.com/o/oauth2/postmessageRelay?parent=https%3A%2F%2Fprotionline.gr&jsh=m%3B%2F_%2Fscs%2Fabc-static%2F_%2Fjs%2Fk%3Dgapi.lb.el.Cx-LCYloZoA.O%2Fd%3D1%2Frs%3DAHpOoo-3u_I79FBsGRUalNOU5r7IJW-E4w%2Fm%3D__features__#rpctoken=629609329&forcesecure=1

  • ΦΩΤΕΙΝΗ ΜΑΥΡΑΚΗ

    Μια από τις πιό χαρακτηριστικές φωνες του παλιού λαικου τραγουδιού, είναι η Φωτεινή Μαυράκη. 

    ισως κάποτε, κάποιοι που θα μελετήσουν αποστασιοποιημένα και προσεκτικά τη φωνή και τα τραγούδια που έχει πει, να έχουν ερωτηματικά για τον μουσικό, κοινωνικό, αισθητικό, ακόμα και εμπορικό ρατσισμό που κρύβει  ή μαρτυρά – η περίπτωσή της Ακόμα και με το δεδομένο ότι κινήθηκε μέσα σ’ ένα πλαίσιο όπου οι καλλιτεχνικοί και οι εποχιακοί συμβιβασμοί, έχουν κεντρικό ρόλο. Η Φωτεινή Μαυράκη Που ξεκίνησε  λέει – την πορεία της το 1962. Ως ηθοποιός, παίζοντας ένα μικρό ρολάκι στο … «Αμέρικα Αμέρικα» του Ηλία Καζάν. Υπερηφανευόταν ότι ο σκηνοθέτης διάλεξε αυτήν κι άλλες τρείς, από 500 κοπέλες που του έστειλε το Σωματείο Κομπάρσων Κινηματογράφου. Είχε γραφτεί εκεί  15 μόλις χρονών – προσδοκώντας να συμβάλλει έτσι στα οικονομικά της οικογένειάς της, Φτωχή οικογένεια που μετρούσε οχτώ παιδιά… Δεν προχώρησε έτσι… Τελικά, ο στιχουργός και συνθετης και κιθαριστας και κουρέας Μιχάλης Αλεξάκης, την άκουσε να τραγουδά και ηχογράφησε μαζί της, ένα τραγούδι που υπέγραφε ο ίδιος, με μουσική του Κώστα Καρουσάκη. «Μη φύγεις για την ξενιτιά»… Ο νεαρος μπουζουξης και συνθετης αργοτερα και τραγουδιστης Κωστας Καρουσάκης και ο Μιχαλης  Αλεξάκης έπεισαν τον Δημήτρη Πολίτη να δημιουργήσει την εταιρία δίσκων «Πολυφών». Polyphone η μικρη μεγαλη εταιρια δισκον.  Είναι μια εποχή που η δισκογραφική αγορά «ανοίγει»… Στην «Πολυφών» λοιπόν  μέσα από την οποία αργότερα αναδείχτηκαν ή ξεκίνησαν κι άλλοι γνωστοί λαϊκοί οπως ο Μιτυλινιος Γιωργος Μπουρας και Πανος Μαρινος και πολυ αλλοι τραγουδιστες περασανε απο αυτην την εταιρια Ο Αποστολος Νικολαιδης Νικος Γιουλακης Βλαδημηρος Χαραλαμπιδης ετσι για την ιστορια αναφερανε μερικα ονοματα απο τραγουδιστές μεσα απο εκει και η Φωτεινή Μαυράκη έγινε για χρόνια, το πρώτο γυναικείο όνομα… 1966 την εποχή που κυριαρχούσαν οι δίσκοι 45 στροφών : « Μικροί μεγάλοι, πλούσιοι και φτωχοί, χρωστάμε όλοι, στο χάρο μιά ψυχή, Μουσαφιραίοι είμαστε, στο χώμα που πατάμε,  απ’ το μηδέν προήρθαμε και στο μηδέν θα πάμε». Το τραγούδι του Βαγγέλη Ατραίδη, το ζήλεψε και ο Στέλιος Καζαντζίδης  αλλά τελικά, έμελλε να γίνει η πρώτη μεγάλη επιτυχία για την νεαρή  κάπου 20-21 χρονών ήταν, όταν το τραγούδησε η Φωτεινή Μαυράκη. Αργότερα, ο α ο αξεχαστος Βαγγελης Ατραίδης θα γράψει για τον Καζαντζίδη το «Άλλος πατάει στα χαλιά, και άλλος στα σανίδια, μόνο στο θάνατο μπροστά, τα πάντα είναι ίδια» και ο Στελιος Καζαντζίδης θα γίνει ένας από τους πιο ένθερμους υποστηριχτές της φωνής και της έκφρασης της Φωτεινής Μαυράκη..  Καθώς ξεκινά η δεκαετία του ’70 και καθιερώνονται οι μεγάλοι δίσκοι βινυλίου, θ’ αρχίζει να κυκλοφορεί μια σειρά από τέτοιους  έστω κι αν οι επιτυχίες μέσα απ’ αυτούς, κυκλοφορούν παράλληλα σε 45άρια και τροφοδοτούν τα εξαιρετικά διαδεδομένα ακόμα τζουκ μποξ. Από το 1970 μέχρι το 1984, θα κάνει 14 μεγάλους δίσκους όπου είναι η μόνη ή η βασική ερμηνεύτρια… Με τη σειρά που θα τους τραγουδήσει, περιλαμβάνουν τραγούδια του Βαγγέλη Ατραίδη, του Οδυσσέα Μοσχονά, του Στέφανου Βαρτάνη, του Θύμιου Στουραίτη, του Χρήστου Νικολόπουλου, του Τάκη Σούκα, του Κώστα Σούκα, του Γιώργου Κονιτόπουλου, του Μπάμπη Μπακάλη, του Τάκη Λαβίδα – ολόκληρος δίσκος το 1974 – του Γιώργου Μουζάκη με στίχους του Κώστα Κοφινιώτη  δίσκος με αναφορά στην «Προσφυγιά», επίσης το 1974 – του Μίμη Πλέσσα, του Θόδωρου Δερβενιώτη  ολόκληρος δίσκος το 1975 – του Βασίλη Βασιλειάδη – ολόκληρος δίσκος το 1975 – του Νάκη Πετρίδη και κάποιων ακόμα..Θα υπηρετήσει ένα λαϊκό τραγούδι «βαρύ», τόσο σε ότι αφορά την ανατολίτικη καταγωγή του, όσο και σε ότι αφορά τις αναφορές του – η φτώχεια, η εγκατάλειψη, η πίκρα στη ζωή και στον έρωτα, μια μελαγχολική φιλοσοφική διάθεση και ο λυγμός που κυριαρχεί ακόμα και στο γλέντι, είναι τα βασικά του θέματα. Και ξεκινώντας από το Πέραμα, θα περάσει τα περισσότερα χρόνια της σε κέντρα της Θηβών  κορυφαίο ανάμεσά τους η «Λουζιτάνια» – και λιγοτερο στην παλιά παραλία του Μοσχάτου ( «Φαληρικόν» κλπ ) . Ο χαρακτηριστικός λυγμός της, θα σημαδέψει τόσο τραγούδια του πάθους όσο και τραγούδια του γλεντιού… Ζεϊμπέκικα, Τσιφτετέλια, ακόμα και αμανέδες – είναι από τις λίγες φωνές που ηχογραφούν και υπερασπίζονται τέτοιους αυτά τα χρόνια ..Το ρεπερτόριο αυτό, θα κάνει θραύση στα τζουκ μποξ και τους ερασιτεχνικούς ραδιοφωνικούς σταθμούς που κυριαρχούν τότε, αλλά δεν θα έχει καμιά θέση στην «επίσημη» ραδιοφωνία και τηλεόραση  εδώ υπήρχε πάντα μια προτίμηση στα πιο «ελαφρά» ακούσματα αν όχι και στις κυκλοφορίες συγκεκριμένων μεγάλων εταιριών… Μόνο μια εποχή, καθώς τελειώνει η δεκαετία του ’70, κάποιες μικρότερες δισκογραφικές εταιρίες θα αποκτήσουν περισσότερες διαφημιστικές εκπομπές στο ραδιόφωνο  αλλά λίγα χρόνια μετά, οι εκπομπές αυτές θα καταργηθούν..  Τον κινηματογράφο θα τον προλάβει στη δύση του και στην πιο «φτηνή» εκδοχή του… Έχουμε ανακαλύψει μόνο την εμφάνισή της, σε μια από τις κωμωδίες των αρχών του ’70, με πρωταγωνιστή τον Τάσο Γιαννόπουλο ( 1931 – 1977 ), γνωστό ηθοποιό και μίμο εκείνων των χρόνων. Η ταινία λέγεται «Το πιο γρήγορο μπουζούκι» ( 1973 ). Σ αυτήν, η Φωτεινη Μαυράκη εμφανίζεται να τραγουδά ( πλέι μπακ ) το «Όλοι με κατακρίνουν» του Χρήστου Νικολόπουλου και το «Χίλιες φωτιές» του Γιάννη Βασιλόπουλου ( πίσω από το όνομα του, κρύβεται συνήθως ως δημιουργός ο Βαγγέλης Ατραίδης ) τα δυο τραγούδια από τον 4ο δίσκο της.  Και καθώς ξεκινά η δεκαετία του ’80, θα αποσυρθεί διακριτικά, για οικογενειακούς μάλλον λόγους. Ο παραγωγό της δισκογραφικής εταιρίας που την ανέδειξε  και τής έμεινε πιστή ως το τέλος να λέει με στεναχώρια, αρκετά χρόνια μετά : « Είναι από τις περιπτώσεις τραγουδιστών που χάθηκαν γιατί οι ίδιοι το διάλεξαν… Αν συνέχιζε η Φωτεινή Μαυράκη, αμφιβάλλω αν θα υπήρχαν κάποιοι άλλοι σήμερα. Αλλά εκείνη παντρεύτηκε, έκανε παιδιά, μεγάλωσε τα παιδιά της, έλειψε χρόνια στην Αμερική με μεγαλη επιτυχια στα νυχτερινα κεντρα μαζι με τον μεγαλο μπουζουξη Ανδρεα Στεφανακη.…»Να τονισουμε οτι εχει συνεργαστη με ολα τα μεγαλα ονοματα Σπυρο Ζαγοραιο Πανο Γαβαλα Μανωλη Αγγελοπουλο Στρατο Διονυσιου Γιωργο Κορο Γιωργο Μαριωλα και πολλους αλλους εκεινης της περιοδου.. Στα χρόνια του ’90, θα κάνει λίγες μόνο εμφανίσεις και γύρω στα 1995 θα σταματήσει οριστικά. Μόνο στις αρχές του 2000, θα ηχογραφήσει εκ νέου κάποιες από τις παλιές επιτυχίες της… Έτσι κι αλλιώς, το μουσικό και κοινωνικό λάιφ στάιλ, που έχει επιβληθεί από τα ιδιωτικά πλέον μέσα ενημέρωσης, δεν σηκώνει τέτοιες φιγούρες και τέτοια ακούσματα… Ο νεοπλουτισμός της εποχής, αντιμετωπίζει ακόμα και τον Καζαντζίδη ως γραφικό, όταν επιμένει να τραγουδάει για τα «δύσκολα χρόνια» που έφυγαν ( ή και γι αυτά που «έρχονται» ).   Μέσα στη πλατιά δημοσιότητα αυτών των χρόνων, μόνο ένα δισέλιδο που γράφει το 2010, στο περιοδικό «Λαϊκό τραγούδι», ο Γιώργος Αθιτάκης, θα περιγράφει την πορεία της… Όταν περίπου τότε, θα της τηλεφωνήσω και θα της ζητήσω να έρθει στο ραδιόφωνο για να παρουσιάσουμε σε μια σειρά εκπομπών τη δουλειά της, θα μου πει ότι «δεν είναι πια ευχάριστο θέαμα» και ότι «τα έχει εγκαταλείψει χρόνια και δεν θέλει να επιστρέψει». Ύστερα θα ‘ρθουν τα δημοσιεύματα για την κλονισμένη υγεία και τα άσχημα οικονομικά της ( 2012 )… Και στα τέλη του 2014, θα δημοσιευτεί ο ψευδης θάνατός της, κάπου στην Κομοτηνή οπου η είδηση που τελικά θα διαψευστεί.( Εδω να πουμε οτι απο ερευνες μας η γυναικα που ειχε πεθανει στην κομοτινηη Μαρια  ητανε αδελφη της Φωτεινης Μαυρακη τραγουδιστρια και αυτην αλλα για οικογενειακους λογους δεν ειχανε επαφες οπως η Φωτεινη Μαυρακη ειχε και αλλες δυο αδελφες τραγουδιστριες..Η Φωτεινή Μαυράκη, θα φύγει τελικά στις 4 Νοέμβρη του 2015 και θα ταφεί στο Τρίτο Νεκροταφείο.   Ήταν μια από εκείνες τις περιπτώσεις που την πορεία της, δεν την κατέγραψαν τα «μέσα» – ο τύπος, το ραδιόφωνο και η τηλεόραση… Από την ιστορία της, λείπουν αρκετά ιστορικά στοιχεία – δεν είναι βέβαια η μόνη τέτοια περίπτωση… Όσοι αγάπησαν εκείνη και τα τραγούδια της τελικά, αυτό έγινε μέσα από την δισκογραφία και το πατάρι… Φτάνουμε πάντως στην εποχή του διαδικτύου, όπου κάποια τραγούδια με τη φωνή της έχουν έναν μεγάλο αριθμό χτυπημάτων… Και οι δίσκοι της, επανεκδόθηκαν λίγα χρόνια πριν, δυό – δυο σε εφτά ψηφιακούς δίσκους, από την εταιρία που πια έχει αγοράσει τα δικαιώματα…        Ίσως ξανακούγοντας αυτούς τους δίσκους κάποιοι, κάποτε, να αναρωτηθούν για τα τοσα ωραια τραγουδια της που μεινανε στην αφανεια απο μια τοσο γνησια λαικη φωνη οπως της Φωτεινης Μαυρακη γεματη μεστη φωνη και κατα εμε η καλυτερη γυναικεια φωνη της Ελλαδος ενω την πρωτια την εχουνε αλλες φωνες δυστυχως.. αντιγράφηκαν στον πίνακα επικόλλησης Ενα αφιερωμα στην Φωτεινη Μαυρακη ισως κάποτε, κάποιοι που θα μελετήσουν αποστασιοποιημένα και προσεκτικά τη φωνή και τα τραγούδια που έχει πει, να έχουν ερωτηματικά για τον μουσικό, κοινωνικό, αισθητικό, ακόμα και εμπορικό ρατσισμό που κρύβει  ή μαρτυρά – η περίπτωσή της Ακόμα και με το δεδομένο ότι κινήθηκε μέσα σ’ ένα πλαίσιο όπου οι καλλιτεχνικοί και οι εποχιακοί συμβιβασμοί, έχουν κεντρικό ρόλο. Η Φωτεινή Μαυράκη Που ξεκίνησε  λέει – την πορεία της το 1962. Ως ηθοποιός, παίζοντας ένα μικρό ρολάκι στο … «Αμέρικα Αμέρικα» του Ηλία Καζάν. Υπερηφανευόταν ότι ο σκηνοθέτης διάλεξε αυτήν κι άλλες τρείς, από 500 κοπέλες που του έστειλε το Σωματείο Κομπάρσων Κινηματογράφου. Είχε γραφτεί εκεί  15 μόλις χρονών – προσδοκώντας να συμβάλλει έτσι στα οικονομικά της οικογένειάς της, Φτωχή οικογένεια που μετρούσε οχτώ παιδιά… Δεν προχώρησε έτσι… Τελικά, ο στιχουργός και συνθετης και κιθαριστας και κουρέας Μιχάλης Αλεξάκης, την άκουσε να τραγουδά και ηχογράφησε μαζί της, ένα τραγούδι που υπέγραφε ο ίδιος, με μουσική του Κώστα Καρουσάκη. «Μη φύγεις για την ξενιτιά»… Ο νεαρος μπουζουξης και συνθετης αργοτερα και τραγουδιστης Κωστας Καρουσάκης και ο Μιχαλης  Αλεξάκης έπεισαν τον Δημήτρη Πολίτη να δημιουργήσει την εταιρία δίσκων «Πολυφών». Polyphone η μικρη μεγαλη εταιρια δισκον.  Είναι μια εποχή που η δισκογραφική αγορά «ανοίγει»… Στην «Πολυφών» λοιπόν  μέσα από την οποία αργότερα αναδείχτηκαν ή ξεκίνησαν κι άλλοι γνωστοί λαϊκοί οπως ο Μιτυλινιος Γιωργος Μπουρας και Πανος Μαρινος και πολυ αλλοι τραγουδιστες περασανε απο αυτην την εταιρια Ο Αποστολος Νικολαιδης Νικος Γιουλακης Βλαδημηρος Χαραλαμπιδης ετσι για την ιστορια αναφερανε μερικα ονοματα απο τραγουδιστές μεσα απο εκει και η Φωτεινή Μαυράκη έγινε για χρόνια, το πρώτο γυναικείο όνομα… 1966 την εποχή που κυριαρχούσαν οι δίσκοι 45 στροφών : « Μικροί μεγάλοι, πλούσιοι και φτωχοί, χρωστάμε όλοι, στο χάρο μιά ψυχή, Μουσαφιραίοι είμαστε, στο χώμα που πατάμε,  απ’ το μηδέν προήρθαμε και στο μηδέν θα πάμε». Το τραγούδι του Βαγγέλη Ατραίδη, το ζήλεψε και ο Στέλιος Καζαντζίδης  αλλά τελικά, έμελλε να γίνει η πρώτη μεγάλη επιτυχία για την νεαρή  κάπου 20-21 χρονών ήταν, όταν το τραγούδησε η Φωτεινή Μαυράκη. Αργότερα, ο α ο αξεχαστος Βαγγελης Ατραίδης θα γράψει για τον Καζαντζίδη το «Άλλος πατάει στα χαλιά, και άλλος στα σανίδια, μόνο στο θάνατο μπροστά, τα πάντα είναι ίδια» και ο Στελιος Καζαντζίδης θα γίνει ένας από τους πιο ένθερμους υποστηριχτές της φωνής και της έκφρασης της Φωτεινής Μαυράκη..  Καθώς ξεκινά η δεκαετία του ’70 και καθιερώνονται οι μεγάλοι δίσκοι βινυλίου, θ’ αρχίζει να κυκλοφορεί μια σειρά από τέτοιους  έστω κι αν οι επιτυχίες μέσα απ’ αυτούς, κυκλοφορούν παράλληλα σε 45άρια και τροφοδοτούν τα εξαιρετικά διαδεδομένα ακόμα τζουκ μποξ. Από το 1970 μέχρι το 1984, θα κάνει 14 μεγάλους δίσκους όπου είναι η μόνη ή η βασική ερμηνεύτρια… Με τη σειρά που θα τους τραγουδήσει, περιλαμβάνουν τραγούδια του Βαγγέλη Ατραίδη, του Οδυσσέα Μοσχονά, του Στέφανου Βαρτάνη, του Θύμιου Στουραίτη, του Χρήστου Νικολόπουλου, του Τάκη Σούκα, του Κώστα Σούκα, του Γιώργου Κονιτόπουλου, του Μπάμπη Μπακάλη, του Τάκη Λαβίδα – ολόκληρος δίσκος το 1974 – του Γιώργου Μουζάκη με στίχους του Κώστα Κοφινιώτη  δίσκος με αναφορά στην «Προσφυγιά», επίσης το 1974 – του Μίμη Πλέσσα, του Θόδωρου Δερβενιώτη  ολόκληρος δίσκος το 1975 – του Βασίλη Βασιλειάδη – ολόκληρος δίσκος το 1975 – του Νάκη Πετρίδη και κάποιων ακόμα..Θα υπηρετήσει ένα λαϊκό τραγούδι «βαρύ», τόσο σε ότι αφορά την ανατολίτικη καταγωγή του, όσο και σε ότι αφορά τις αναφορές του – η φτώχεια, η εγκατάλειψη, η πίκρα στη ζωή και στον έρωτα, μια μελαγχολική φιλοσοφική διάθεση και ο λυγμός που κυριαρχεί ακόμα και στο γλέντι, είναι τα βασικά του θέματα. Και ξεκινώντας από το Πέραμα, θα περάσει τα περισσότερα χρόνια της σε κέντρα της Θηβών  κορυφαίο ανάμεσά τους η «Λουζιτάνια» – και λιγοτερο στην παλιά παραλία του Μοσχάτου ( «Φαληρικόν» κλπ ) . Ο χαρακτηριστικός λυγμός της, θα σημαδέψει τόσο τραγούδια του πάθους όσο και τραγούδια του γλεντιού… Ζεϊμπέκικα, Τσιφτετέλια, ακόμα και αμανέδες – είναι από τις λίγες φωνές που ηχογραφούν και υπερασπίζονται τέτοιους αυτά τα χρόνια ..Το ρεπερτόριο αυτό, θα κάνει θραύση στα τζουκ μποξ και τους ερασιτεχνικούς ραδιοφωνικούς σταθμούς που κυριαρχούν τότε, αλλά δεν θα έχει καμιά θέση στην «επίσημη» ραδιοφωνία και τηλεόραση  εδώ υπήρχε πάντα μια προτίμηση στα πιο «ελαφρά» ακούσματα αν όχι και στις κυκλοφορίες συγκεκριμένων μεγάλων εταιριών… Μόνο μια εποχή, καθώς τελειώνει η δεκαετία του ’70, κάποιες μικρότερες δισκογραφικές εταιρίες θα αποκτήσουν περισσότερες διαφημιστικές εκπομπές στο ραδιόφωνο  αλλά λίγα χρόνια μετά, οι εκπομπές αυτές θα καταργηθούν..  Τον κινηματογράφο θα τον προλάβει στη δύση του και στην πιο «φτηνή» εκδοχή του… Έχουμε ανακαλύψει μόνο την εμφάνισή της, σε μια από τις κωμωδίες των αρχών του ’70, με πρωταγωνιστή τον Τάσο Γιαννόπουλο ( 1931 – 1977 ), γνωστό ηθοποιό και μίμο εκείνων των χρόνων. Η ταινία λέγεται «Το πιο γρήγορο μπουζούκι» ( 1973 ). Σ αυτήν, η Φωτεινη Μαυράκη εμφανίζεται να τραγουδά ( πλέι μπακ ) το «Όλοι με κατακρίνουν» του Χρήστου Νικολόπουλου και το «Χίλιες φωτιές» του Γιάννη Βασιλόπουλου ( πίσω από το όνομα του, κρύβεται συνήθως ως δημιουργός ο Βαγγέλης Ατραίδης ) τα δυο τραγούδια από τον 4ο δίσκο της.  Και καθώς ξεκινά η δεκαετία του ’80, θα αποσυρθεί διακριτικά, για οικογενειακούς μάλλον λόγους. Ο παραγωγό της δισκογραφικής εταιρίας που την ανέδειξε  και τής έμεινε πιστή ως το τέλος να λέει με στεναχώρια, αρκετά χρόνια μετά : « Είναι από τις περιπτώσεις τραγουδιστών που χάθηκαν γιατί οι ίδιοι το διάλεξαν… Αν συνέχιζε η Φωτεινή Μαυράκη, αμφιβάλλω αν θα υπήρχαν κάποιοι άλλοι σήμερα. Αλλά εκείνη παντρεύτηκε, έκανε παιδιά, μεγάλωσε τα παιδιά της, έλειψε χρόνια στην Αμερική με μεγαλη επιτυχια στα νυχτερινα κεντρα μαζι με τον μεγαλο μπουζουξη Ανδρεα Στεφανακη.…»Να τονισουμε οτι εχει συνεργαστη με ολα τα μεγαλα ονοματα Σπυρο Ζαγοραιο Πανο Γαβαλα Μανωλη Αγγελοπουλο Στρατο Διονυσιου Γιωργο Κορο Γιωργο Μαριωλα και πολλους αλλους εκεινης της περιοδου.. Στα χρόνια του ’90, θα κάνει λίγες μόνο εμφανίσεις και γύρω στα 1995 θα σταματήσει οριστικά. Μόνο στις αρχές του 2000, θα ηχογραφήσει εκ νέου κάποιες από τις παλιές επιτυχίες της… Έτσι κι αλλιώς, το μουσικό και κοινωνικό λάιφ στάιλ, που έχει επιβληθεί από τα ιδιωτικά πλέον μέσα ενημέρωσης, δεν σηκώνει τέτοιες φιγούρες και τέτοια ακούσματα… Ο νεοπλουτισμός της εποχής, αντιμετωπίζει ακόμα και τον Καζαντζίδη ως γραφικό, όταν επιμένει να τραγουδάει για τα «δύσκολα χρόνια» που έφυγαν ( ή και γι αυτά που «έρχονται» ).   Μέσα στη πλατιά δημοσιότητα αυτών των χρόνων, μόνο ένα δισέλιδο που γράφει το 2010, στο περιοδικό «Λαϊκό τραγούδι», ο Γιώργος Αθιτάκης, θα περιγράφει την πορεία της… Όταν περίπου τότε, θα της τηλεφωνήσω και θα της ζητήσω να έρθει στο ραδιόφωνο για να παρουσιάσουμε σε μια σειρά εκπομπών τη δουλειά της, θα μου πει ότι «δεν είναι πια ευχάριστο θέαμα» και ότι «τα έχει εγκαταλείψει χρόνια και δεν θέλει να επιστρέψει». Ύστερα θα ‘ρθουν τα δημοσιεύματα για την κλονισμένη υγεία και τα άσχημα οικονομικά της ( 2012 )… Και στα τέλη του 2014, θα δημοσιευτεί ο ψευδης θάνατός της, κάπου στην Κομοτηνή οπου η είδηση που τελικά θα διαψευστεί.( Εδω να πουμε οτι απο ερευνες μας η γυναικα που ειχε πεθανει στην κομοτινηη Μαρια  ητανε αδελφη της Φωτεινης Μαυρακη τραγουδιστρια και αυτην αλλα για οικογενειακους λογους δεν ειχανε επαφες οπως η Φωτεινη Μαυρακη ειχε και αλλες δυο αδελφες τραγουδιστριες..Η Φωτεινή Μαυράκη, θα φύγει τελικά στις 4 Νοέμβρη του 2015 και θα ταφεί στο Τρίτο Νεκροταφείο.   Ήταν μια από εκείνες τις περιπτώσεις που την πορεία της, δεν την κατέγραψαν τα «μέσα» – ο τύπος, το ραδιόφωνο και η τηλεόραση… Από την ιστορία της, λείπουν αρκετά ιστορικά στοιχεία – δεν είναι βέβαια η μόνη τέτοια περίπτωση… Όσοι αγάπησαν εκείνη και τα τραγούδια της τελικά, αυτό έγινε μέσα από την δισκογραφία και το πατάρι… Φτάνουμε πάντως στην εποχή του διαδικτύου, όπου κάποια τραγούδια με τη φωνή της έχουν έναν μεγάλο αριθμό χτυπημάτων… Και οι δίσκοι της, επανεκδόθηκαν λίγα χρόνια πριν, δυό – δυο σε εφτά ψηφιακούς δίσκους, από την εταιρία που πια έχει αγοράσει τα δικαιώματα…        Ίσως ξανακούγοντας αυτούς τους δίσκους κάποιοι, κάποτε, να αναρωτηθούν για τα τοσα ωραια τραγουδια της που μεινανε στην αφανεια απο μια τοσο γνησια λαικη φωνη οπως της Φωτεινης Μαυρακη γεματη μεστη φωνη και κατα εμε η καλυτερη γυναικεια φωνη της Ελλαδος ενω την πρωτια την εχουνε αλλες φωνες δυστυχως..   

  • Πυθαγόρας

    στιχουργός, ηθοποιός, σεναριογράφος και θεατρικός συγγραφέας. Πυθαγόρας Παπασταματίου γεννήθηκε το 1930 στο Αγρίνιο και ο δεύτερος παγκόσμιος πόλεμος τον βρήκε να τελειώνει το Δημοτικό. Το 1940 γράφτηκε στο οκτατάξιο Γυμνάσιο αρρένων Αγρινίου. Στην κατοχή οι γονείς του μαζί με τις αδελφές του, για να αποφύγουν τη σύλληψη από τους Γερμανούς, κατέφυγαν στον Ορεινό Βάλτο. Ο Πυθαγόρας βρέθηκε φιλοξενούμενος σ’ ένα χωριό της καμμένης από τους Γερμανούς Μακρυνείας, ενώ ο αδελφός του ήταν στο αντάρτικο. Στις μαθητικές του εργασίες υπέγραφε ως Πυθαγόρας. Όταν ο φιλόλογος Πάνος Παπαχρήστος τον ρώτησε κάποτε στην τάξη, γιατί δεν γράφει και το επώνυμό του, απάντησε γελώντας: «Ένας είναι ο Πυθαγόρας, όλοι με ξέρουν, δε χρειάζεται το επώνυμο.» Από το βιβλίο του ‘Αγγελου Αξιώτη “Πυθαγόρας: 30 χρόνια τραγούδια” διαβάζουμε για τα μαθητικά του χρόνια: «Όταν ήταν μαθητής της τελευταίας τάξης του Γυμνασίου, σε μια μαθητική παράσταση τον Μάρτη του 1948, με τον “Παπαφλέσσα” του Μελά, του ανατέθηκε ο ρόλος του Παπαφλέσσα. Η ηθοποιία του έκαμε κατάπληξη. Ήταν αληθινός Παπαφλέσσας… Καταχειροκροτήθηκε. Πήρε έτσι το βάπτισμα του ηθοποιού.» Το 1949 Τελείωσε το Γυμνάσιο και φοίτησε στη Δραματική Σχολή του Ωδείου Αθηνών, με δάσκαλο τον Δημήτρη Ροντήρη. Αποφοίτησε με άριστα και εργάστηκε στο θέατρο, ενώ παράλληλα έγραφε στίχους και επιθεωρήσεις πίστας. Πρώτο του τραγούδι, και μεγάλη επιτυχία το 1954, ήταν το «ξαναβλέπω το μικρό το αμαξάκι» σε μουσική του Νίκυ Γιάκοβλεφ και με ερμηνεύτρια την Μαίρη Λώ.

    Ο Κώστας Ασημακόπουλος θυμάται: «…το ζαχαροπλαστείο “Πέτρογραδ” του Νίκυ Γιάκοβλεφ με τους διαλεχτούς πίνακες και τ’ αξιόλογα έργα τέχνης στις προθήκες, αποτελούσε τόπο συνάντησης καλλιτεχνών. Εκεί, μαθητής ακόμα του Γυμνασίου, τον πρωτογνώρισα … και με τη λίγη κρίση μου σημάδεψα από τότε την ευγένεια που είχε. Κι ακριβώς αυτή η ευγένειά του, μαζί με την έμφυτη μουσικότητά του τον αξίωσαν, στα χρόνια που ακολούθησαν…»
    Από το 1958 και μετά ασχολήθηκε κυρίως με τ

  • ΕΝΑ ΤΡΑΓΟΥΔΙ, ΜΙΑ ΙΣΤΟΡΙΑ: ΤΟ ΒΑΠΟΡΙ ΑΠ’ ΤΗΝ ΠΕΡΣΙΑ

    Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΓΙΑ ΤΟ ΤΡΑΓΟΥΔΙ ΤΟΥ ΒΑΣΙΛΗ ΤΣΙΤΣΑΝΗ ΤΟ ΒΑΠΟΡΙ ΑΠ ΤΗΝ ΠΕΡΣΙΑ……Τραγούδι του Βασίλη Τσιτσάνη, που βασίζεται σε πραγματικό περιστατικό. Είναι η τελευταία μεγάλη επιτυχία του σπουδαίου τραγουδοποιού του ρεμπέτικου.
    Στις 7 Ιανουαρίου 1977, άνδρες του Λιμενικού επέδραμαν στο κυπριακό μότορσιπ «Γκλόρια», που έπλεε κοντά στα Ίσθμια και ανακάλυψαν στα αμπάρια του 11 τόνους χασίς, μία από τις μεγαλύτερες ποσότητες ναρκωτικών που είχαν ανακαλυφθεί έως τότε, όπως έγραψε ο Τύπος της εποχής. Το πλοίο είχε φορτώσει το «μυρωδάτο χασίσι» από λιμάνι του Λιβάνου και κατευθυνόταν προς την Αμβέρσα του Βελγίου.
    Οι ελληνικές αρχές ήταν ενήμερες για το είδος του φορτίου, καθώς ο πλοίαρχος του «Γκλόρια», Νίκος Ξανθόπουλος, παλαιός ανανήψας λαθρέμπορος, συνεργαζόταν με την DEA, την αμερικανική υπηρεσία δίωξης ναρκωτικών. Με τηλέγραφημά του στις 23 Δεκεμβρίου 1976 είχε ενημερώσει τους έλληνες αρμόδιους ότι τις επόμενες ημέρες το πλοίο του θα μετέφερε φορτίο με σοκολάτες.
    Οι δύο τούρκοι συνοδοί (τα μεμέτια)Για την υπόθεση κατηγορήθηκαν οι δύο Τούρκοι (τα «μεμέτια» του τραγουδιού), που ήταν μέλη του πληρώματος και όπως αποδείχθηκε οι συνοδοί του παράνομου φορτίου. Ο καπετάνιος του «Γκλόρια» όχι μόνο αφέθηκε ελεύθερος, αλλά και εισέπραξε την αμοιβή του 1,5 εκατομμυρίου δραχμών.
    O Τσιτσάνης πληροφορήθηκε το περιστατικό από μία φίλη του. «Βάζεις το χέρι στο βαγγέλιο ότι άκουσες καλά… Έντεκα τόννοι μαύρη! Πρωτοφανές!» της είπε. Σχεδόν αμέσως του ήρθε η έμπνευση και άρχισε να γράφει την πρώτη στροφή του τραγουδιού και το βράδυ άρχισε να το ντύνει με νότες. «Ήταν Σάββατο», θυμάται. «Πιάνω από δω, πιάνω από κει… Δεν μου άρεσε το τέμπο. Μετά έγραψα τη δεύτερη στροφή πίσω από ένα αγγελτήριο γάμου. Μετά μου ήρθαν στο νου οι μουσικές που γύρευα και όλα πήγαν ρολόι».
    Μέσα στο Γενάρη το ηχογράφησε με τη Λιζέτα Νικολάου στα δεύτερα φωνητικά. Το τραγούδι κυκλοφόρησε τον Απρίλη του 1977 σε δίσκο 45 στροφών (σινγκλ). Στην άλλη πλευρά υπήρχε ένα παλιό του τραγούδι «της χρυσής αλανιάρικης εποχής της Σαλονίκης», το «Τάγμα Τηλεγραφητών». Ήταν η στρατιωτική μονάδα που πέρασε αλησμόνητες στιγμές, σύμφωνα με διήγησή του. Το «Βαπόρι απ’ την Περσία» ήταν η τελευταία μεγάλη επιτυχία του Τσιτσάνη, αν και δεν παιζόταν από τα ερτζιανά λόγω θέματος. Από τότε γνώρισε πολλές επανεκτελέσεις και αποτελεί μέρος του ρεπερτορίου στα λαϊκά μαγαζιά.
    Λίγες ημέρες ημέρες μετά το θάνατο του Τσιτσάνη (18 Ιανουαρίου 1984) το «Βαπόρι απ’ την Περσία» επανήλθε στην επικαιρότητα για νομικούς λόγους. Ο αντιεισαγγελέας του Αρείου Πάγου Σπύρος Κανίνιας το άκουσε σε μία εκπομπή της ΕΡΤ στις 26 Δεκεμβρίου 1983 και με έγγραφό του στην Εισαγγελία Πρωτοδικών Αθηνών στις 2 Φεβρουαρίου 1984 ζήτησε να γίνουν όλες οι «νόμιμες ενέργειες», επειδή το τραγούδι είναι κακής ποιότητος (αντιβαίνει το άρθρο 12 παρ. 2 του Συντάγματος) και παραβαίνει το άρθρο 3 παρ. 6 του ν.δ. 743/70, που τιμωρεί όποιον συντελεί με οποιοδήποτε τρόπο στη διάδοση των ναρκωτικών.
    Η υπόθεση ανατέθηκε στον εισαγγελέα Πρωτοδικών Δημήτριο Μαλακάση, ο οποίος διενήργησε προκαταρκτική εξέταση και στο πόρισμά του, που υποβλήθηκε στις 26 Ιουλίου 1984 στον Εισαγγελέα Εφετών της Αθήνας, ανάφερε ότι έθεσε τη δικογραφία στο αρχείο, επειδή το τραγούδι «δεν μπορεί να παρωθήσει στη χρήση και διάδοση ναρκωτικών». Στο ίδιο έγγραφο, ο εισαγγελικός λειτουργός χαρακτηρίζει το τραγούδι «από τα ατυχή του λαϊκού συνθέτη» και υποστηρίζει ότι «φρόνιμο θα είναι να μην εκπέμπεται από την τηλεόραση, γιατί τα μεταδιδόμενα από αυτή πρέπει να είναι ποιοτικής στάθμης».
    Το βαπόρι από την Περσία
    Μουσική-Στίχοι: Βασίλης Τσιτσάνης
    Το βαπόρι απ’ την Περσία
    πιάστηκε στην Κορινθία
    Τόννοι έντεκα γεμάτο
    με χασίσι μυρωδάτο
    Τώρα κλαίν’ όλα τ’ αλάνια
    που θα μείνουνε χαρμάνια
    Βρε κουρνάζε μου τελώνη
    τη ζημιά ποιος τη πληρώνει
    Και σ’ αυτή την ιστορία
    μπήκαν τα λιμεναρχεία
    Τώρα κλαίν’ όλα τ’ αλάνια
    που θα μείνουνε χαρμάνια
    Ήταν προμελετημένοι
    καρφωτοί και λαδωμένοι
    Δυο μεμέτια, τα καημένα,
    μεσ’ στο κόλπο ήταν μπλεγμένα
    Τώρα κλαίν’ όλα τ’ αλάνια
    που θα μείνουνε χαρμάνια

  • ΕΝΑ ΤΡΑΓΟΥΔΙ, ΜΙΑ ΙΣΤΟΡΙΑ

    Η ιστορία του τραγουδιού Τα νέα της Αλεξάνδρας. Είναι μία άλλη διάσταση μια άλλη εκδοχή ίσως η πραγματική και ίσως όχι να είναι μια πλάνη όπως μας την περιγραφή ο στίχος του τραγουδιού για μια άπιστη γυναίκα Πολλά τραγούδια ο στιχος τους βασίστηκε σε αληθινές ιστορίες ίσως και με λίγη μυθοπλασία για να ολοκληρωθεί το ρεφρέν.. . Ομως η αλήθεια είναι άλλη {κάτι που σίγουρα το 99% δεν γνωρίζει και ασυναίσθητα συντηρεί ένα ψέμα }!!
    Η Αλεξάνδρα δολοφονήθηκε από τον  θείο της. Και βιάζεται καθημερινά εδώ και μισό αιώνα κάθε φορά που ακούγεται αυτό το τραγούδι. Τα νέα της Αλεξάνδρας. Γυρίστηκε και μια ταινία που θα δώσει άλλη διάσταση στο τραγούδι αυτό που είχε γίνει μεγάλο σουξε και πούλησε πολύ σε πρώτη εκτέλεση από τον μέγιστο λαϊκό βάρδο μπουζουξή συνθέτη και τραγουδιστή Ευάγγελο Περπινιάδη αλλά και σε δεύτερη πανομοιότυπη εκτέλεση από τον Στράτο Παγιουμτζή και την Άννα Χρυσάφη. Ο Βαγγέλης Περπινιάδης το ξανά τραγουδισε σε πολλες επανεκτελεσης. Τώρα 
    αυτή η ταινία εµπνέεται από το τραγούδι Τα νέα της Αλεξάνδρας του Κώστα Γιαννίδη (ή Γιάννη Κωνσταντινίδη) και τις ιστορίες που περιτριγυρίζουν το κοµµάτι από τη γέννησή του. Σκοπός είναι να δώσει φωνή στις γυναίκες που υπήρξαν απούσες από την εξιστόρηση της ζωής τους γενικότερα  και μέσα στα ρεμπέτικα τραγούδια ειδικότερα. 
    Αφορµή µια ανάρτηση στο Facebook από την Αργυρρώ Μουστάκα Βρεττού όπου µίλησε για την ιστορία της πραγματικής Αλεξάνδρας που αναφέρεται στο τραγούδι. Μια 18χρονη κοπέλα που µετακόµισε από τη Μάνη στην Αθήνα για να µάθει ραπτική και δολοφονήθηκε από τον θείο της όταν αντιστάθηκε στην απόπειρα βιασµού της από τον ίδιο. Η ιστορία της Αλεξάνδρας, στην εποχή που επιτέλους αρθρώσαµε τη λέξη γυναικοκτονίες, χαρακτηρίζεται από την παρουσία της εξόφθαλµης βίας που σκοτώνει αλλά και της βίας που κρύβεται σε αυτά που θεωρούµε δεδοµένα και σε όσα καλούµε παράδοση και ταυτότητα. Η Αλεξάνδρα ζει στο τώρα, στις καθηµερινές εµπειρίες όλων των γυναικών και θηλυκοτήτων: στο σπίτι, στο δρόµο, µέσα µας. Έτσι γεννήθηκε η ανάγκη για το reclaim του τραγουδιού, όπου η Μαρίκα αντικαθιστά το Βαγγέλη. Μια ωδή στον σύγχρονο τεκέ µας… Ο μουσικό συνθέτης του ελαφρού τραγουδιού γνωστός ως Κώστας Γιαννίδης έγραψε αυτό το σπουδαίο λαϊκό αριστούργημα!!!

  • ΠΑΝΟΣ ΓΑΒΑΛΑΣ

    Ένας από τους αγαπημένους μου λαϊκούς τραγουδιστές, κατά πολλούς η αριστοκρατική φωνή του παλιού λαϊκού

    Λαϊκός τραγουδιστής, συνθετης μπουζουξης και κιθαριστας.

    Ο Πάνος Γαβαλάς γεννήθηκε το 1926 στη Γούβα στο Παγκράτι. Η πρώτη επαφή του με τη μουσική έγινε με μια φυσαρμόνικα που έπαιζε στους προσκόπους. Στα χρόνια της κατοχής εντάχθηκε στον ΕΛΑΣ και συμμετείχε στο μουσικό τμήμα όπου τραγουδούσε αντάρτικα τραγούδια. Το ’45 άνοιξε τσαγκαράδικο στην Καισαριανή, ενώ ταυτόχρονα δούλευε και μια ταβέρνα που είχε παλιότερα ο πατέρας του στο Παγκράτι. Όμως τους την έκλεισαν σύντομα. Είχε γίνει στέκι αριστερών… Τότε πρωτόπιασε την κιθάρα και με δυο τρεις φίλους του έφτιαξαν συγκρότημα κι έπαιζαν τραγούδια της εποχής. Παντρεύτηκε το ’48 κι ένα χρόνο μετά απέκτησε τον γιο του. Δύσκολα χρόνια. Εμφύλιος, φτώχεια, ανέχεια. Για να μπορέσει να ανταπεξέλθει στην οικογένειά του το πρωί δούλευε, τσαγκάρης, ψαράς, κουρέας, ηλεκτροσυγκολλητής ή φορτοεκφορτωτής και το βράδυ έπαιζε σε μικρά λαϊκά ταβερνάκια. Ώσπου η φωνή του άνοιξε τις πόρτες και μπήκε στα σπίτια και τις καρδιές του κόσμου και ο Πάνος Γαβαλάς έγραψε τη δική του χρυσή σελίδα στο βιβλίο του λαϊκού τραγουδιού.. Φωνή σπάνια, ιδιαίτερη, μελωδική, γοητευτική, συναισθηματική αλλά δωρική, ευάλωτη και αρρενωπή μαζί που… αποτέλεσε σχολή στο είδος του καθώς πολλοί νεότεροι πάτησαν πάνω στο ύφος και την τεχνοτροπία του. Παράλληλα ο Γαβαλάς διακρίθηκε και ως δημιουργός ανεπανάληπτων τραγουδιών ενώ η παρουσία του στην νυχτερινή διασκέδαση ήταν εντυπωσιακή, αφού εκτός από έντονη και συνεχής, ο Γαβαλάς φρόντιζε πάντα οι ορχήστρες και τα προγράμματα στα οποία πρωταγωνιστούσε να ξεχωρίζουν έχοντας στο πλευρό του πιστούς και μόνιμους συνεργάτες. Γενικά ο Γαβαλάς υπήρξε πρωτοπόρος σε πολλά επιμέρους στοιχεία και ζητήματα του τραγουδιού, ακροβατώντας πάντα δεξιοτεχνικά ανάμεσα στο κλασικό και στο μοντέρνο. Είναι ένας από τους λίγους, μετρημένους ερμηνευτές που πατώντας πάνω στην δυναμική τους και την απήχηση που είχαν στον κόσμο.Το 1966 μαζι με την πολυ Πανου ιδρισε την δισκογραφικη εταιρια ΒΕΝΤΕΤΑ και ενα χρονο μετα αποχωρισε και ιδρισε μονος του δική του δισκογραφική εταιρεία ( Sonata ) θέλοντας να έχει τον απόλυτο έλεγχο στην δουλειά του και να απαγκιστρωθεί από τις δεσμεύσεις και δικλείδες των μεγάλων εταιρειών. Απ’ τα πρώτα χρόνια του ’60 μέχρι και που έφυγε πρόωρα απ’ τη ζωή κτυπημένος από την επάρατη νόσο είχε για παρτενέρ του τη μοναδική Ρία Κούρτη με την οποία αποτέλεσαν ένα απ’ το πιο ταιριαστά καλλιτεχνικά ζευγάρια στην ιστορία του λαϊκού τραγουδιού. Το σμίξιμο των φωνών τους ήταν μαγικό, ιδανικό και ανεπανάληπτο. 
    . Ερμήνευσε γνωστά τραγούδια όπως: «Σήκω πάνω κάτσε κάτω», «Στο σταυροδρόμι», «Δε με πονάς», «Φύγε κι άσε με», «Πήρε φωτιά μια καρδιά», «Άσε με πια», «Λαϊκό τσα-τσα», «Κάθε λιμάνι και καημός», «Όνειρο δεμένο», «Οι Γλάροι», «Άμα θες να φύγεις φύγε», «Γλυκέ μου τύραννε», «Εγώ είμαι ένα παλιόπαιδο».. (ΔΙΣΚΟΓΡΑΦΙΑ ΤΟΥ ΓΑΒΑΛΑ ΣΕ 33 ΣΤΡΟΦΕΣ ΔΙΣΚΟΙ ΚΑΙ ΣΕ CD) 
    1966-Οι Γλάροι
    1967-Η πόρτα ανοίγει
    1967-Τραγουδά Πάνο Γαβαλά
    1968-Κεχριμπαρένιες χάντρες
    1968-Πενιές καημοί και όνειρα 1970-Μια φορά μονάχα ζούμε
    1970-Πάνος Γαβαλάς
    1970-Πήρε φωτιά μια καρδιά
    1971-Σήμερον σ΄ αυτόν τον δίσκο
    1971-Στο καπηλειό στο Πέραμα
    1975-Σεμνά και ταπεινά
    1976-Οι Επιτυχίες μου
    1976-Εμπρός γκρεμός και πίσω ρέμα
    1977-14 Χρυσές Επιτυχίες
    1977-Λαϊκές συγκινήσεις
    1978-Τα Καλύτερα μου τραγούδια
    1979-Επίκαιρα και λαϊκά
    1980-Ένας σταθμός
    1982-Αξέχαστες Επιτυχίες
    1982-Μια περιπέτεια
    1983-Αξέχαστες Επιτυχίες 2
    1984-Είναι ώρα για αγκαλιά
    1984-Η Χρυσή εποχή 1954-1961 Νο 1
    1984-Η Χρυσή εποχή 1954-1961 Νο 2
    1985-Η Χρυσή εποχή 1954-1961 Νο 5
    1985-Η Χρυσή εποχή 1954-1961 Νο 15
    1986-Μια ανάσα
    1987-Λαμπράκη-Δυο δυο
    1989-Τραγουδώντας τις εποχές 2
    1991-Οι Μεγάλες Επιτυχίες
    1992-Αγγελόπουλος-Μαζί
    1993-Συγχαρητήρια
    1994-Από τους θησαυρούς των 45 στροφών
    1994-Δισκογραφία Τσιτσάνη 8 (Πάνου – Γαβαλάς)
    1994-Λαϊκές συγκινήσεις-Μια περιπέτεια
    1995-Επιτυχίες από τις 45 στροφές Νο 1
    1996-Επιτυχίες από τις 45 στροφές Νο 2
    1995-Τα πορτραίτα της Μίνως ΕΜΙ-15
    1996-Τραγούδια Από Τις 45 Στροφές
    1996-Μεγάλες Επιτυχίες 1997-Τραγούδια Από Τις 45 Στροφές Νο 2
    1997-Έτσι είναι πάντα μ΄ ένα Αντίο
    1998-Οι Μεγάλες φωνές του Ελληνικού τραγουδιού
    1998-Τραγούδια Από Τις 45 Στροφές Νο 3
    1999-Πάλι με χαράματα
    2000-Τραγούδια Από Τις 45 Στροφές Νο 4
    2001-18 Μεγάλες Επιτυχίες
    2002-Μεγάλοι Έλληνες Ερμηνευτές Νο 3
    2003-22 Μεγάλες Επιτυχίες
    2005-Κάθε καημός και δάκρυ
    2006-14 Μεγάλα τραγούδια
    2006-Ανθολογία – 1926-1988 (4 Cd)
    2007-Από τις 78 στροφές (1954 – 1960) (4 Cd)
    2008-Αναπολώντας τα παλιά
    2009-Το Ελληνικό τραγούδι Νο 11

    Ο Πάνος Γαβαλάς γεννήθηκε το 1926 στη Γούβα στο Παγκράτι. Η πρώτη επαφή του με τη μουσική έγινε με μια φυσαρμόνικα που έπαιζε στους προσκόπους. Στα χρόνια της κατοχής εντάχθηκε στον ΕΛΑΣ και συμμετείχε στο μουσικό τμήμα όπου τραγουδούσε αντάρτικα τραγούδια. Το ’45 άνοιξε τσαγκαράδικο στην Καισαριανή, ενώ ταυτόχρονα δούλευε και μια ταβέρνα που είχε παλιότερα ο πατέρας του στο Παγκράτι. Όμως τους την έκλεισαν σύντομα. Είχε γίνει στέκι αριστερών… Τότε πρωτόπιασε την κιθάρα και με δυο τρεις φίλους του έφτιαξαν συγκρότημα κι έπαιζαν τραγούδια της εποχής. Παντρεύτηκε το ’48 κι ένα χρόνο μετά απέκτησε τον γιο του. Δύσκολα χρόνια. Εμφύλιος, φτώχεια, ανέχεια. Για να μπορέσει να ανταπεξέλθει στην οικογένειά του το πρωί δούλευε, τσαγκάρης, ψαράς, κουρέας, ηλεκτροσυγκολλητής ή φορτοεκφορτωτής και το βράδυ έπαιζε σε μικρά λαϊκά ταβερνάκια. Ώσπου η φωνή του άνοιξε τις πόρτες και μπήκε στα σπίτια και τις καρδιές του κόσμου και ο Πάνος Γαβαλάς έγραψε τη δική του χρυσή σελίδα στο βιβλίο του λαϊκού τραγουδιού.. Φωνή σπάνια, ιδιαίτερη, μελωδική, γοητευτική, συναισθηματική αλλά δωρική, ευάλωτη και αρρενωπή μαζί που… αποτέλεσε σχολή στο είδος του καθώς πολλοί νεότεροι πάτησαν πάνω στο ύφος και την τεχνοτροπία του. Παράλληλα ο Γαβαλάς διακρίθηκε και ως δημιουργός ανεπανάληπτων τραγουδιών ενώ η παρουσία του στην νυχτερινή διασκέδαση ήταν εντυπωσιακή, αφού εκτός από έντονη και συνεχής, ο Γαβαλάς φρόντιζε πάντα οι ορχήστρες και τα προγράμματα στα οποία πρωταγωνιστούσε να ξεχωρίζουν έχοντας στο πλευρό του πιστούς και μόνιμους συνεργάτες. Γενικά ο Γαβαλάς υπήρξε πρωτοπόρος σε πολλά επιμέρους στοιχεία και ζητήματα του τραγουδιού, ακροβατώντας πάντα δεξιοτεχνικά ανάμεσα στο κλασικό και στο μοντέρνο. Είναι ένας από τους λίγους, μετρημένους ερμηνευτές που πατώντας πάνω στην δυναμική τους και την απήχηση που είχαν στον κόσμο.Το 1966 μαζι με την πολυ Πανου ιδρισε την δισκογραφικη εταιρια ΒΕΝΤΕΤΑ και ενα χρονο μετα αποχωρισε και ιδρισε μονος του δική του δισκογραφική εταιρεία ( Sonata ) θέλοντας να έχει τον απόλυτο έλεγχο στην δουλειά του και να απαγκιστρωθεί από τις δεσμεύσεις και δικλείδες των μεγάλων εταιρειών. Απ’ τα πρώτα χρόνια του ’60 μέχρι και που έφυγε πρόωρα απ’ τη ζωή κτυπημένος από την επάρατη νόσο είχε για παρτενέρ του τη μοναδική Ρία Κούρτη με την οποία αποτέλεσαν ένα απ’ το πιο ταιριαστά καλλιτεχνικά ζευγάρια στην ιστορία του λαϊκού τραγουδιού. Το σμίξιμο των φωνών τους ήταν μαγικό, ιδανικό και ανεπανάληπτο. 
    . Ερμήνευσε γνωστά τραγούδια όπως: «Σήκω πάνω κάτσε κάτω», «Στο σταυροδρόμι», «Δε με πονάς», «Φύγε κι άσε με», «Πήρε φωτιά μια καρδιά», «Άσε με πια», «Λαϊκό τσα-τσα», «Κάθε λιμάνι και καημός», «Όνειρο δεμένο», «Οι Γλάροι», «Άμα θες να φύγεις φύγε», «Γλυκέ μου τύραννε», «Εγώ είμαι ένα παλιόπαιδο».. (ΔΙΣΚΟΓΡΑΦΙΑ ΤΟΥ ΓΑΒΑΛΑ ΣΕ 33 ΣΤΡΟΦΕΣ ΔΙΣΚΟΙ ΚΑΙ ΣΕ CD) 
    1966-Οι Γλάροι
    1967-Η πόρτα ανοίγει
    1967-Τραγουδά Πάνο Γαβαλά
    1968-Κεχριμπαρένιες χάντρες
    1968-Πενιές καημοί και όνειρα 1970-Μια φορά μονάχα ζούμε
    1970-Πάνος Γαβαλάς
    1970-Πήρε φωτιά μια καρδιά
    1971-Σήμερον σ΄ αυτόν τον δίσκο
    1971-Στο καπηλειό στο Πέραμα
    1975-Σεμνά και ταπεινά
    1976-Οι Επιτυχίες μου
    1976-Εμπρός γκρεμός και πίσω ρέμα
    1977-14 Χρυσές Επιτυχίες
    1977-Λαϊκές συγκινήσεις
    1978-Τα Καλύτερα μου τραγούδια
    1979-Επίκαιρα και λαϊκά
    1980-Ένας σταθμός
    1982-Αξέχαστες Επιτυχίες
    1982-Μια περιπέτεια
    1983-Αξέχαστες Επιτυχίες 2
    1984-Είναι ώρα για αγκαλιά
    1984-Η Χρυσή εποχή 1954-1961 Νο 1
    1984-Η Χρυσή εποχή 1954-1961 Νο 2
    1985-Η Χρυσή εποχή 1954-1961 Νο 5
    1985-Η Χρυσή εποχή 1954-1961 Νο 15
    1986-Μια ανάσα
    1987-Λαμπράκη-Δυο δυο
    1989-Τραγουδώντας τις εποχές 2
    1991-Οι Μεγάλες Επιτυχίες
    1992-Αγγελόπουλος-Μαζί
    1993-Συγχαρητήρια
    1994-Από τους θησαυρούς των 45 στροφών
    1994-Δισκογραφία Τσιτσάνη 8 (Πάνου – Γαβαλάς)
    1994-Λαϊκές συγκινήσεις-Μια περιπέτεια
    1995-Επιτυχίες από τις 45 στροφές Νο 1
    1996-Επιτυχίες από τις 45 στροφές Νο 2
    1995-Τα πορτραίτα της Μίνως ΕΜΙ-15
    1996-Τραγούδια Από Τις 45 Στροφές
    1996-Μεγάλες Επιτυχίες 1997-Τραγούδια Από Τις 45 Στροφές Νο 2
    1997-Έτσι είναι πάντα μ΄ ένα Αντίο
    1998-Οι Μεγάλες φωνές του Ελληνικού τραγουδιού
    1998-Τραγούδια Από Τις 45 Στροφές Νο 3
    1999-Πάλι με χαράματα
    2000-Τραγούδια Από Τις 45 Στροφές Νο 4
    2001-18 Μεγάλες Επιτυχίες
    2002-Μεγάλοι Έλληνες Ερμηνευτές Νο 3
    2003-22 Μεγάλες Επιτυχίες
    2005-Κάθε καημός και δάκρυ
    2006-14 Μεγάλα τραγούδια
    2006-Ανθολογία – 1926-1988 (4 Cd)
    2007-Από τις 78 στροφές (1954 – 1960) (4 Cd)
    2008-Αναπολώντας τα παλιά
    2009-Το Ελληνικό τραγούδι Νο 11

  • Μανώλης Αγγελόπουλος

    Υπήρξε αναμφισβήτητα μία από τις μεγαλύτερες φωνές στο αυθεντικό λαϊκό τραγούδι.

    Ένας πραγματικά τεράστιος τραγουδιστής, με το δικό του κεινό, φανατικούς οπαδούς, αλλά και επικριτές. Κύριος εκφραστής των τσιγγάνων και όχι μόνο, ο Μανώλης Αγγελόπουλος έγραψε τη δικήτου χρυσή σελίδα στην ιστορία του αυθεντικού παλιού λαϊκού τραγουδιού, ενώ κατάφερε παράλληλα να εξυψώσει πολιτισμικά τους τσιγγάνους, αφού και ο ίδιος ήταν τσιγγάνος.

    Ο Μανώλης Αγγελόπουλος γεννήθηκε στις 8 Απριλίου του 1939 σ’ ένα τσαντίρι στον Άγιο Αθανάσιο Δράμας, όπου ζούσε εκείνη την περίοδο η οικογένειά του, αλλά έζησε τα παιδικά του χρόνια στην Αγία Βαρβάρα του Αιγάλεω.

    Ο πατέρας του, Ηλίας Αγγελόπουλος, ήταν πλανόδιος μικροπωλητής και πέθανε όταν ο Μανώλης ήταν 13 ετών. Έτσι, το νεαρό τσιγγανόπουλο βγήκε νωρίς στη βιοπάλη. Δούλεψε λουστράκος, γυρολόγος, σιδεράς και πωλητής χαλιών, πάντα με το τραγούδι στα χείλη.

    Με την προτροπή του εξαδέλφου του Ανέστου Αθανασίου, που έπαιζε μπουζούκι στην ορχήστρα του Στέλιου Καζαντζίδη και την ενθάρρυνση του λαϊκού συνθέτη Θεόδωρου Δερβενιώτη, που ενθουσιάστηκε με την ποιότητα της φωνής του, αποφάσισε στα 17 του να ασχοληθεί επαγγελματικά με του τραγούδι.

    Με την προτροπή του εξαδέλφου του Ανέστου Αθανασίου, που έπαιζε μπουζούκι στην ορχήστρα του Στέλιου Καζαντζίδη και την ενθάρρυνση του λαϊκού συνθέτη Θεόδωρου Δερβενιώτη, που ενθουσιάστηκε με την ποιότητα της φωνής του, αποφάσισε στα 17 του να ασχοληθεί επαγγελματικά με του τραγούδι. Στα τέλη του 1956 άρχισε τις εμφανίσεις σε λαϊκό κέντρο του Χαϊδαρίου, δίπλα στον Στράτο Παγιουμτζή και τη Σωτηρία Μπέλλου. Την ίδια περίοδο ηχογράφησε το πρώτο του δισκάκι με το τραγούδι του Τόλη Εσδρά «Τρέξε στα τσαντίρια μάνα», που πέρασε σχεδόν απαρατήρητο. Στις αρχές του 1958 ήλθε η πρώτη μεγάλη επιτυχία, που του άνοιξε τον δρόμο προς την κορυφή. Ήταν το ινδοπρεπές τραγούδι του Στράτου Ατταλίδη «Μαγκάλα», που ξεπέρασε σε πωλήσεις τις 100.000 κομμάτια και αποτέλεσε το αντίπαλο δέος της «Μαντουμπάλας» του Στέλιου Καζαντζίδη.

    Στα 33 χρόνια της πορείας του στο λαϊκό τραγούδι ερμήνευσε μεγάλες επιτυχίες, που αγαπήθηκαν και τραγουδήθηκαν από τον κόσμο:

    «Τα μαύρα μάτια σου» (Αγγελόπουλος/Μπιζάνη), «Όσο αξίζεις εσύ» (Καλδάρας), «Φαρίντα» (Τσιτσάνης), «Μαγκάλα» (Ατταλίδης/Βασιλειάδης), «Φεγγάρι χλωμό» (Μπιθικώτσης/Γκούτης), «Έφυγε κι ακόμα πάει» (Πετσάς), «Μη με ξεχνάς» (Δερβενιώτης/Βίρβος), «Τσιγγάνας Γάλα» (Καμπουρίδης/Σπυρόπουλος), «Ρίχ’τε στο γυαλί φαρμάκι» (Καλδάρας/Παπαγιαννοπούλου), «Μουσταφάς» (Δερβενιώτης/Βίρβος), «Η μάνα η Γκρέκα» (Μηλιός/Μαλκώτσης), και «Όταν χορεύεις μάτια μου» (Χρ. Νικολόπουλος/Χαψιάδης).

    Στο ενεργητικό του είχε δεκάδες εμφανίσεις σε κινηματογραφικές ταινίες και επιθεωρήσεις, ενώ πραγματοποίησε πολλές συναυλίες στο εξωτερικό, όπου υπήρχαν Έλληνες μετανάστες: Αμερική, Καναδάς, Αυστραλία, Δυτική Γερμανία και Βέλγιο.

    Στο ενεργητικό του είχε δεκάδες εμφανίσεις σε κινηματογραφικές ταινίες και επιθεωρήσεις, ενώ πραγματοποίησε πολλές συναυλίες στο εξωτερικό, όπου υπήρχαν Έλληνες μετανάστες: Αμερική, Καναδάς, Αυστραλία, Δυτική Γερμανία και Βέλγιο. Στις 19 και 20 Ιουνίου του 1983 ήρθε η καταξίωση με τις δύο συναυλίες του στο Θέατρο του Λυκαβηττού, όπου δημιουργήθηκε το αδιαχώρητο. Δεν έλειψαν και τα επικριτικά σχόλια από μερίδα του δημοσιογραφικού και πνευματικού κόσμου, που τον χαρακτήρισαν «τουρκόγυφτο» και «τσιφτετελιστή», αλλά και για τη μετάδοση της συναυλίας του από την ΕΡΤ.

    Ο Μανώλης Αγγελόπουλος πέθανε στις 2 Απριλίου σε νοσοκομείο του Λονδίνου, μία εβδομάδα προτού συμπληρώσει τα πενήντα του χρόνια, εξαιτίας επιπλοκών από εγχείριση καρδιάς (τριπλό μπάι-πας), στην οποία είχε υποβληθεί στις 14 Ιανουαρίου.

    Ήταν νυμφευμένος με την τραγουδίστρια Κωνσταντίνα, ενώ από τον πρώτο του γάμο με την επίσης τραγουδίστρια Αννούλα Βασιλείου είχε αποκτήσει τρία παιδιά, τη Μαρία (βαφτισιμιά του Στέλιου Καζαντζίδη), τον Ηλία και τον Στάθη Αγγελόπουλο, γνωστό λαϊκό τραγουδιστή.
    Η κηδεία του έγινε στις 6 Απριλίου στην εκκλησία της Αγίας Ελεούσας στην Αγία Βαρβάρα και παραβρέθηκαν χιλιάδες κόσμου, ανάμεσά τους εκπρόσωποι της κυβέρνησης (Ευάγγελος Γιαννόπουλος και Κίμων Κουλούρης) και πολλοί συνάδελφοί του, για να πουν το τελευταίο αντίο στον «βασιλιά των τσιγγάνων». Πάνω στον τάφο του στο Γ’ Νεκροταφείο της Αθήνας τον αποχαιρέτισαν μουσικά, σύμφωνα με δική του επιθυμία, ο Λευτέρης Ζέρβας (βιολί) και ο Βασίλης Σαλέας (κλαρίνο).